Αποζημιώσεις, Αστικό Δίκαιο

Η νομική προστασία της προσωπικότητας

Δικηγόρος Αθήνα

Όπως αναφέρεται και στην με αριθμό 1578/2025 απόφαση του Πολυμελούς Εφετείου Αθηνών, επί υποθέσεως που χειρίστηκε το δικηγορικό μας γραφείο,  από τη διάταξη του άρθρου 57 παρ. 1 εδ. α’ ΑΚ, σύμφωνα με την οποία «Όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον», προκύπτει ότι για τη θεμελίωση αξίωσης προς άρση της προσβολής της προσωπικότητας απαιτείται πράξη επαγόμενη προσβολή αυτής σε κάποια από τις εκφάνσεις της, που πρέπει, όμως, να είναι παράνομη.

Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 57 παρ. 2 και 59 εδ. α’ ΑΚ συνάγεται ότι δεν αποκλείεται αξίωση αποζημίωσης κατά τις περί αδικοπραξιών διατάξεις (ΑΚ 914 επ.), ενώ το Δικαστήριο, αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον με την απόφασή του να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει, ύστερα από αίτηση του προσβληθέντος, την ηθική βλάβη του τελευταίου, δοθέντος ότι ο σεβασμός της αξίας του ανθρώπου, περιεχόμενο του οποίου αποτελεί και η προστασία της προσωπικότητάς του, προστατεύεται από το ίδιο το Σύνταγμα και δη από τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 2 αυτού.

Η αιτούμενη κατά τα ως άνω ικανοποίηση συνίσταται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 59 εδ. β’ ΑΚ, σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Με τις ανωτέρω διατάξεις προστατεύεται το δικαίωμα της προσωπικότητας, το οποίο αποτελεί πλέγμα αγαθών, που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου, με το οποίο είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα. Τέτοιο προστατευόμενο αγαθό είναι και η τιμή κάθε ανθρώπου, η οποία αντικατοπτρίζεται στην αντίληψη και την εκτίμηση, που έχουν οι άλλοι γι’ αυτόν, η ψυχική υγεία και το συναισθηματικό κλίμα του ατόμου. Εξάλλου, για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων απαιτούνται οι εξής προϋποθέσεις:

α) η προσβολή του δικαιώματος της προσωπικότητας του ατόμου, που προκαλείται με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη τρίτου, με την οποία διαταράσσεται η κατάσταση, που υπάρχει σε μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής και

β) η προσβολή να είναι παράνομη, πράγμα που συμβαίνει όταν η προσβολή γίνεται χωρίς δικαίωμα ή κατ’ ενάσκηση δικαιώματος, το οποίο, όμως, είναι από άποψη έννομης τάξης ήσσονος σπουδαιότητας ή ασκείται υπό περιστάσεις, που καθιστούν την άσκηση αυτού καταχρηστική, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ ή του άρθρου 25 παρ. 3 του Συντάγματος, οπότε ο προσβαλλόμενος δικαιούται να απαιτήσει την άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον, χωρίς μάλιστα την συνδρομή του στοιχείου της υπαιτιότητας, αφού ο νόμος καθιερώνει για την προκείμενη αξίωση αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντος (ΑΠ 1355/2015, ΑΠ 1352/2015, ΑΠ 1216/2014, ΑΠ 756/2011, ΑΠ 1339/2008, ΑΠ 1987/2007, ΑΠ 195/2007, ΤΝΠ Νόμος).

Ωστόσο, για την επίδικη χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, η οποία πρέπει να είναι σημαντική (Απ. Γεωργιάδης – Μιχ. Σταθόπουλος, Αστικός Κώδικας, άρθρο 59, αρ. 8, σελ. 117), απαιτείται και πταίσμα εκείνου, από τον οποίο προέρχεται η προσβολή (ΑΠ 1355/2015, ΑΠ 1352/2015, ΑΠ 1750/2014, ΑΠ 1735/2009, ΑΠ 1729/2008, Τ.Ν.Π. Νόμος ό.π.). Στην περίπτωση αυτή η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή συνιστά ασφαλώς ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας, οπότε εφαρμόζονται συνδυαστικά οι διατάξεις των άρθρων 914, 919, 920 και 932 ΑΚ.