ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΕΝΟΧΙΚΟ
Αριθμός Απόφασης
9272/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Δήμητρα Κόλλια, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών και από τον Γραμματέα Πέτρο Ρέλλο.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την … Φεβρουαρίου 2023 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) (……) του (……) και της (……) κατοίκου (……) Αττικής, οδός (……) αρ. (……), με Α.Φ.Μ. (……) και 2) (……) του (……) και της (……) κατοίκου (……), οδός (……) αρ. (……), με Α.Φ.Μ. (……), που δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο αλλά κατέθεσαν νόμιμα κι εμπρόθεσμα προτάσεις δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους, (……) Γαλάνη (ΑΜ/ΔΣΑ ……., βλ. τα από 20.11.2020 πληρεξούσια με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής).
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: (……) του (……) και της (……) κατοίκου (……), οδός (……) αρ. (……) με Α.Φ.Μ.: (……), ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο δια του πληρεξούσιου δικηγόρου του (……) (ΑΜ/ΔΣΑ ……, βλ. το από 18.11.2020 πληρεξούσιο με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής), ο οποίος κατέθεσε νόμιμα κι εμπρόθεσμα προτάσεις.
Οι ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 04.05.2020 αγωγή τους, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ: ….. /ΕΑΚ …. /2020 και προσδιορίσθηκε με την από …/…/2022 πράξη του Προέδρου Πρωτοδικών Αθηνών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη της §4 του άρθρου 237 ΚΠολΔ, να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι διάδικοι παραστάθηκαν ως άνω περιγράφεται, οι δε πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις κατατεθείσες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 286 περιπτ. α, 287, 291 παρ. 1 και 2 και 292 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1846 και 1847 ΑΚ, προκύπτει, ότι η δίκη διακόπτεται, εκτός από άλλες περιπτώσεις, αν, εωσότου τελειώσει η προφορική συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η οριστική απόφαση, αποβιώσει κάποιος διάδικος. Η διακοπή επέρχεται από τη γνωστοποίηση του λόγου της διακοπής προς τον αντίδικο με επίδοση δικογράφου ή με τις προτάσεις ή με προφορική δήλωση στο ακροατήριο ή εκτός ακροατηρίου κατά την επιχείρηση διαδικαστικής πράξεως, από εκείνον που έχει το δικαίωμα να επαναλάβει τη δίκη ή και από εκείνον που μέχρι τη στιγμή της επελεύσεως του θανάτου ήταν πληρεξούσιος του θανόντα διαδίκου. Συνεπώς, ο αντίδικος εκείνου του διαδίκου που απεβίωσε, δεν νομιμοποιείται να προβεί στην γνωστοποίηση του θανάτου του, ούτε η τυχόν τέτοια δήλωσή του επιφέρει τη βίαιη διακοπή της δίκης, ο σχετικός δε ισχυρισμός του απορρίπτεται, ως αλυσιτελής, γιατί προβάλλεται χωρίς έννομο συμφέρον (ΑΠ 7/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αν δεν λάβει χώρα η γνωστοποίηση ή αν δεν γίνει νόμιμα ή από πρόσωπο δικαιούμενο να επαναλάβει τη δίκη, η δίκη συνεχίζεται μέχρις εκδόσεως οριστικής αποφάσεως με διάδικο εκείνον που ξεκίνησε τη διεξαγωγή της, ακόμη και αν ο αντίδικος ή το Δικαστήριο γνωρίζει το λόγο της διακοπής (ΑΠ 194/2012, ΑΠ 1697/2009, ΑΠ 1257/2008, ΑΠ 1205/2006, ΕφΔωδ 38/2017, ΕφΑΘ 618/2015, ΕφΠειρ 643/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο την άνω ημερομηνία, ο εναγόμενος παρέστη δια του πληρεξούσιου δικηγόρου του (……) (ΑΜ/ΔΣΑ …..) και προσκόμισε τη με στοιχεία (……) ληξιαρχική πράξη θανάτου του Ληξιαρχείου (……), δηλώνοντας, το θάνατο της δεύτερης ενάγουσας και ζητώντας τη βίαιη διακοπή της δίκης, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της άνω δικασίμου. Ωστόσο, η ανωτέρω δήλωση θανάτου έγινε στο ακροατήριο του δικαστηρίου τούτου από τον αντίδικο της θανούσας, δηλαδή από πρόσωπο που δε νομιμοποιείται προς τούτο, σύμφωνα με τη νομική σκέψη που προηγήθηκε. Επομένως, πρόκειται για μη προσήκουσα γνωστοποίηση του θανάτου της ενάγουσας και έτσι δεν προκλήθηκε διακοπή της δίκης. Κατόπιν τούτου, το Δικαστήριο πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης.
Με την υπό κρίση αγωγή, οι ενάγοντες εκθέτουν ότι από το έτος (……) ο εναγόμενος είχε οριστεί, αρχικά προσωρινός και εν συνεχεία οριστικός, δικαστικός συμπαραστάτης του θείου τους, (……) του (……), ο οποίος είχε καταστεί ανίκανος να επιμελείται των προσωπικών υποθέσεων λόγω εγκεφαλικού το οποίο είχε υποστεί. Ότι δυνάμει της υπ’ αρ. (……) απόφασης του Ειρηνοδικείου Μαραθώνος, χορηγήθηκε άδεια στον εναγόμενο, υπό την ιδιότητα του ως δικαστικού συμπαραστάτη, να προβεί στην πώληση προς τον (……) του συνόλου των μετοχών του συμπαραστατούμενου στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………..» έναντι τιμήματος 790.000,00 ευρώ καθώς και στην πώληση προς τον ίδιο ως άνω 100 εταιρικών μεριδίων του συμπαραστατούμενου στην εταιρεία «……………….», αντί τιμήματος 30.000,00 ευρώ, υπό τον όρο να διαθέσει το σύνολο του τιμήματος αποκλειστικά για τη φροντίδα και την περίθαλψη του συμπαραστατούμενου. Ότι ακολούθως, σε εκτέλεση της ανωτέρω απόφασης, καταρτίστηκε το από (……) ιδιωτικό συμφωνητικό μεταβίβασης μετοχών και σύστασης ενεχύρου επί αυτών, από το οποίο προκύπτει ότι ο εναγόμενος εισέπραξε ως τίμημα από την ανωτέρω πώληση το ποσό των 520.000,00 ευρώ. Ότι την (……) ο συμπαραστατούμενος απεβίωσε, χωρίς να καταλείπει διαθήκη, και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τους πλησιέστερους συγγενείς του, τα έξι ανίψια του, μεταξύ των οποίων και οι διάδικοι, έκαστος των οποίων κατέστη εξ αδιαθέτου κληρονόμος του αποβιώσαντος σε ποσοστό 1/6 αδιαίρετα. Ότι ο εναγόμενος, παρά τις εξώδικες οχλήσεις που του απέστειλαν οι ενάγοντες, δεν απέδωσε σε αυτούς το ποσοστό τους επί του εισπραχθέντος τιμήματος από την πώληση των ανωτέρω μετοχών, ποσού 86.666,67 ευρώ, αλλά τα παρακράτησε παράνομα, ισχυριζόμενος ψευδώς ότι τα χρήματα αυτά δαπανήθηκαν για την κάλυψη των αναγκών του συμπαραστατούμενου. Περαιτέρω, ότι από την ανωτέρω συμπεριφορά του εναγόμενου υπέστησαν ηθική βλάβη για την αποκατάσταση της οποίας ζητά έκαστος το ποσό των 35.000,00 ευρώ. Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, μετά τη νομότυπη, με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου τους, η οποία αναφέρεται στις παραδεκτά υποβληθείσες προτάσεις τους (άρθρο 223 εδ. β’ ΚΠολΔ), τροπή του συνόλου του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, οι ενάγοντες ζητούν να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγόμενου, με προσωρινά εκτελεστή απόφαση, να καταβάλει για τις ανωτέρω αιτίες, σε έκαστο εξ αυτών, το ποσό των 121.667,67 ευρώ, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής, να απαγγελθεί σαν μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης η προσωπική κράτηση του εναγόμενου για ένα έτος και να καταδικαστεί αυτός στη δικαστική τους δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η κρινόμενη αγωγή νόμιμα φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 14 παρ. 2 και 22, 35 ΚΠολΔ), κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία, είναι ορισμένη, παρά του περί αντιθέτου ισχυρισμού του εναγόμενου, καθώς διαλαμβάνει όλα τα πραγματικά περιστατικά που απαιτούνται για την πλήρη συγκρότηση της ιστορικής βάσης αυτής και τη θεμελίωση της αδικοπρακτικής ευθύνης του εναγόμενου, αφού στο δικόγραφο της αναφέρονται με σαφήνεια οι επιμέρους πράξεις στις οποίες ο ίδιος προέβη και εκτίθενται με την απαιτούμενη πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά της πράξης της υπεξαίρεσης, που κατά τον νόμο απαιτούνται προς θεμελίωση της επικαλούμενης ως προκληθείσας σε αυτούς ζημίας, η συγκεκριμενοποίηση της οποίας, άλλωστε, είναι επιτρεπτή με βάση τα ειδικότερα περιστατικά που προκύπτουν από την αποδεικτική διαδικασία, καθώς και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της συμπεριφοράς αυτής και της επελθούσας ζημίας. Είναι επιπλέον νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 914, 932, 297, 298, 299, 346 του ΑΚ, σε συνδυασμό προς τα άρθρα 375 παρ. 1 ΠΚ και 176 του ΚΠολΔ, πλην των παρεπόμενων αιτημάτων περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής και επιβολής προσωπικής κράτησης, τα οποία, μετά την, κατά τα ανωτέρω, τροπή του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, είναι μη νόμιμα. Πρέπει, επομένως, η αγωγή, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, λαμβανομένου υπόψη ότι αφενός για το παραδεκτό της συζήτησής της, οι ενάγοντες προσκομίζουν την από …/…/2020 έγγραφη ενημέρωση τους για τη δυνατότητα επίλυσης διαφοράς με διαμεσολάβηση, κατ’ άρθρο 3 ν. 4640/2019 και καθώς επίσης και το από …/…/2020 πρακτικό περάτωσης αρχικής υποχρεωτικής συνεδρίας, καίτοι τούτο δεν ήταν υποχρεωτικό, καθώς η υπό κρίση αγωγή ασκήθηκε πριν την 01.07.2020 (άρθρο 74 παρ.14 Ν.4690/2020).
Από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται για να ληφθούν υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ορισμένα εκ των οποίων μνημονεύονται ειδικότερα κατωτέρω, χωρίς ωστόσο, να παραλείπεται κάποιο από αυτά κατά την ουσιαστική διάγνωση της υπόθεσης, από τις προσκομιζόμενες από τους ενάγοντες υπ’ αρ. (……)/12.06.2020 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα (……) ενώπιον της συμβολαιογράφου (……) και τις υπ’ αρ. (……)/12.06.2020 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων (……), (……), (……) ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών (……), κατόπιν προηγούμενης νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του εναγόμενου (βλ. τη με αριθμό (……)/01.06.2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ………..), οι οποίες παραδεκτά λαμβάνονται υπόψη, παρά του περί αντιθέτου ισχυρισμού του εναγόμενου, καθώς δεν καθίσταται άκυρη η κλήση προς παράσταση για ένορκη βεβαίωση την ίδια ημέρα σε διαφορετικά μέρη, αφού ο αντίδικος εκείνου, με επιμέλεια του οποίου δίδεται η ένορκη βεβαίωση, μπορεί να ορίσει πληρεξουσίους δικηγόρους για τις αντίστοιχες παραστάσεις (ΑΠ 771/2010, ΑΠ 36/2006, ΕφΠατρ 71/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), τις υπ’ αρ. (……) και (……)/23.11.2020 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων (……) και (……) ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών (……), οι οποίες προσκομίζονται από τους ενάγοντες με την προσθήκη των προτάσεών τους, προς αντίκρουση ισχυρισμών του εναγόμενου που προβλήθηκαν με τις προτάσεις του, κι ελήφθησαν κατόπιν προηγούμενης νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του εναγόμενου (βλ. τη με αριθμό …… /18.11.2020 έκθεση επίδοσης του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή), από τις προσκομιζόμενες από τον εναγόμενο με αριθμό (……), (……), (……), (……), (……) ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων (……), (……), (……), (……), (……) ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών (……), κατόπιν προηγούμενης νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των εναγόντων (βλ. τις με αριθμό (……) και (……)/02.09.2020 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών (……) και τις υπ’ αρ. (……) και (……) ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων (……) και (……) ενώπιον της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, που ελήφθησαν προς αντίκρουση ισχυρισμών των εναγόντων που προέβαλαν με τις προτάσεις της, κατόπιν νόμιμης κι εμπρόθεσμης κλήτευσης των τελευταίων (βλ. τις με αριθμό (……) και (……) /13.11.2020 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών (……), οι οποίες παραδεκτά λαμβάνονται υπόψη, παρά του περί αντιθέτου ισχυρισμού των εναγόντων, καθώς δεν απαγορεύεται η επιβεβαίωση της ένορκης βεβαίωσης μετά από ανάγνωση του περιεχομένου της βάσει προετοιμασμένου σχεδίου (ΕφΘεσ 2020/2003, ΠΠρΤρικ 18/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αποδεικνύονται τα εξής πραγματικά περιστατικά: Με την υπ’ αρ. (……) απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Εκούσιας Δικαιοδοσίας) ο (……) του (……) κάτοικος (……), τέθηκε σε πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση, λόγω μόνιμης διανοητικής διαταραχής που προκλήθηκε από ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη την (……). Ως δικαστικός συμπαραστάτης αυτού ορίστηκε ο εναγόμενος, ανιψιός του συμπαραστατέου, (……) του (……) ενώ ως μέλη του εποπτικού συμβουλίου ορίστηκαν η αδελφή του συμπαραστατέου, (……), η ανιψιά του, (……) συζ. (……) το γένος (……) και η (……) χήρα (……) το γένος (……). Ακολούθως, με την υπ’ αρ. (……) απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Εκούσια Δικαιοδοσία) αντικαταστάθηκε, λόγω θανάτου, η πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου με την (……). Μετά το εγκεφαλικό που υπέστη ο συμπαραστατούμενος νοσηλεύθηκε αρχικά στο νοσοκομείο «……», στη συνέχεια στο Νοσοκομείο «………» και από τον (……) του έτους (……) στην ιδιωτική κλινική «………..», απ’ όπου εξήλθε το (……) του έτους (……). Έκτοτε διέμεινε στην οικία της αδελφής του (……), η οποία μαζί με το σύζυγό της, (……) είχαν αναλάβει την καθημερινή του φροντίδα. Μετά το θάνατο της αδελφής του, το έτος (……) συνέχισε να διαμένει στην ανωτέρω οικία και τη φροντίδα του είχε αναλάβει ο γαμπρός του (……) με τη συνδρομή της κόρης του (……). Ο συμπαραστατούμενος διέθετε αξιόλογη περιουσία, καθώς ήταν μέτοχος σε ποσοστό 50% στην εταιρεία «…………………» και εταίρος σε ποσοστό 1/3 στην εταιρεία «……………….», ενώ διέθετε και ακίνητη περιουσία, μεταξύ των οποίων και μία μεζονέτα στον (……) Αττικής, που αποτελούσε την κύρια κατοικία του. Μετά το εγκεφαλικό που υπέστη και την υποβολή του σε δικαστική συμπαράσταση, τη διαχείριση της περιουσίας του ανέλαβε ο εναγόμενος, δικαστικός συμπαραστάτης. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι εκμίσθωσε την οικία του συμπαραστατούμενου στον (……) καθώς και ένα οικόπεδο έκτασης 2.246 τ.μ. στο (……), χωρίς ωστόσο να προκύπτει η διάρκεια των μισθώσεων και το ύψος των μισθωμάτων, αφού δεν προσκομίζονται από κανέναν διάδικο οι σχετικές συμβάσεις μίσθωσης. Περαιτέρω δε, με την υπ’ αρ. (……) απόφαση του Ειρηνοδικείου Μαραθώνος παρασχέθηκε άδεια στον εναγόμενο, υπό την ιδιότητά του ως δικαστικού συμπαραστάτη του (……), να προβεί στην πώληση προς τον (……), του συνόλου των μετοχών του συμπαραστατούμενου στην εταιρεία «…………» έναντι τιμήματος 790.000,00 ευρώ καθώς και στην πώληση στον ίδιο ως άνω του ποσοστού 1/3 του εταιρικού κεφαλαίου, που διέθετε ο συμπαραστατούμενος στην εταιρεία «…………………..», με σκοπό το σύνολο του τιμήματος να διατεθεί αποκλειστικά για την περίθαλψη και εν γένει φροντίδα του συμπαραστατούμενου. Με το από (……) ιδιωτικό συμφωνητικό που καταρτίστηκε μεταξύ του εναγόμενου και του (……), συμφωνήθηκε η πώληση στον τελευταίο του συνόλου των μετοχών του συμπαραστατούμενου στην εταιρεία «…………………..», δηλαδή 186.250 μετοχών, ονομαστικής αξίας τριών ευρώ έκαστης, αντί συνολικού τιμήματος 790.000,00 ευρώ. Η πληρωμή του τιμήματος συμφωνήθηκε να γίνει σε δόσεις, με την πρώτη δόση ποσού 340.000,00 ευρώ να καταβάλλεται μέχρι την (……) και το υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό ύψους 450.000 ευρώ σε τρεις ισόποσες δόσεις, ποσού 150.000,00 ευρώ έκαστη, καταβλητέες ως εξής: η πρώτη δόση εντός εννέα μηνών από την υπογραφή του συμφωνητικού, η δεύτερη δόση ένα έτος μετά την πρώτη δόση και η τρίτη δόση δύο έτη μετά την πρώτη δόση. Από τα ανωτέρω προκύπτει ο εναγόμενος εισέπραξε από την πώληση των ανωτέρω μετοχών και εταιρικών μεριδίων το ποσό των 820.000,00 ευρώ συνολικά. Η είσπραξη του ανωτέρω τιμήματος δεν αμφισβητείται ειδικά από τον εναγόμενο με τις προτάσεις του. Επιπλέον, αποδείχθηκε ότι από το εισπραχθέν τίμημα, ποσό 300.000,00, το οποίο καταβλήθηκε μετά το θάνατο του συμπαραστατούμενου, διανεμήθηκε μεταξύ των κληρονόμων του, κι έκαστος των εναγόντων έλαβε το ποσό των 50.000,00 ευρώ. Περαιτέρω ως προς το υπόλοιπο εισπραχθέν τίμημα των 520.000,00 ευρώ ο εναγόμενος, ισχυρίζεται ότι το ανωτέρω ποσό είχε ήδη δαπανηθεί από τον ίδιο και την οικογένεια του για την κάλυψη εξόδων διαβίωσης του συμπαραστατούμενου από την ημερομηνία που υπέστη το εγκεφαλικό (……) έως την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης του τιμήματος πώλησης, και συγκεκριμένα για δαπάνες διατροφής, ένδυσης, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, νοσηλείας σε κλινικές, λογοθεραπείας, φυσικοθεραπείας, πληρωμές φόρων και λογαριασμών και δικαστικών εξόδων του συμπαραστατούμενου. Ωστόσο ο εναγόμενος, φέρων ο ίδιος το βάρος απόδειξης των σχετικών του ισχυρισμών, δεν προσδιορίζει το ύψος των ανωτέρω δαπανών αλλά ούτε προσκομίζει σχετικές αποδείξεις πληρωμής αυτών, ώστε να προκόψει αν όντως αυτές πραγματοποιήθηκαν. Αντίθετα, από τα προσκομιζόμενα από τους αντιδίκους έγγραφα και ειδικότερα από τις από (……) βεβαιώσεις της εταιρείας «………………….» σε συνδυασμό με τις προσκομιζόμενες αποδείξεις, προκύπτει ότι οι δαπάνες νοσηλείας του συμπαραστατούμενου στο νοσοκομείο «………………….» και στην κλινική «………», έως την έξοδό του από την ανωτέρω κλινική, ύψους 183.302,73 ευρώ καταβλήθηκαν από την ανωτέρω εταιρεία. Περαιτέρω δε, από τις προσκομιζόμενες δηλώσεις φόρου εισοδήματος του συμπαραστατούμενου κατά τα έτη (……), (……), (……) και (……) προκύπτει ότι ο τελευταίος έλαβε από μερίσματα τα ποσά 11.400,00, 28.500,00, 25.151,89, 47.017,56 ευρώ αντίστοιχα, δηλαδή συνολικά το ποσό των 112.069,45 ευρώ ενώ, όπως προεκτέθηκε, ο εναγόμενος λάμβανε μηνιαία μισθώματα από την εκμίσθωση της κατοικίας του συμπαραστατούμενου στον (……) και ενός οικοπέδου στο (……). Τα ανωτέρω ποσά επαρκούσαν για την κάλυψη των δαπανών διαβίωσης και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης του συμπαραστατούμενου, χωρίς να υπάρχει ανάγκη κάλυψης επιπλέον εξόδων από τον εναγόμενο. Ακολούθως δε αποδείχθηκε ότι την (……) ο συμπαραστατούμενος απεβίωσε στην Αθήνα, χωρίς να καταλείπει διαθήκη και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τους πλησιέστερους συγγενείς του, τα τέκνα των προαποβιώσαντων αδελφών του, δηλαδή τους ενάγοντες, τον εναγόμενο, καθώς και τους (……) του (……), (……) του (……), (……) του (……), (……) του (……). Από τους ανωτέρω εξ αδιαθέτου κληρονόμους η (……) του (……) αποποιήθηκε την κληρονομιά, επομένως οι λοιποί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι απέκτησαν ποσοστό 1/6 αδιαίρετα στην κληρονομία. Περαιτέρω, οι ενάγοντες απέστειλαν τις από (……) και (……) εξώδικες δηλώσεις τους στον εναγόμενο, με τις οποίες ζητούσαν, με την ιδιότητά τους ως κληρονόμων, την καταβολή σε αυτούς του ποσοστού τους 1/6 επί του υπολοίπου ποσού που εισπράχθηκε από την πώληση των μετοχών του συμπαραστατούμενου, ύψους 520.000,00 ευρώ, ωστόσο ο εναγόμενος αρνήθηκε, ισχυριζόμενος ότι το σύνολο του ποσού δαπανήθηκε για την κάλυψη εξόδων του συμπαραστατούμενου. Ωστόσο, ουδόλως αποδεικνύεται ο ανωτέρω ισχυρισμός του, αφού δεν επικαλείται ορισμένως αλλά ούτε αποδεικνύει σε ποιες δαπάνες προέβη τόσο κατά το χρονικό διάστημα πριν την είσπραξη του τιμήματος της πώλησης όσο και κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μέχρι το θάνατο του συμπαραστατούμενου. Περαιτέρω, αλυσιτελώς προβάλλεται από τον ίδιο το επιχείρημα ότι οι λοιποί συγκληρονόμοι δεν άσκησαν σε βάρος του αγωγή ή έγκληση, αλλά αποδέχθηκαν τη λογοδοσία που τους παρείχε, μετά τη λήξη της δικαστικής συμπαράστασης, καθώς όπως αποδείχθηκε μία εξ αυτών είναι η αδελφή του εναγόμενου και πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου της δικαστικής συμπαράστασης και δύο εξ αυτών είναι τέκνα της (……), μέλους του εποπτικού συμβουλίου, κατά των οποίων έχει υποβληθεί έγκληση από τους ενάγοντες για άμεση συνέργεια στην υπεξαίρεση του επίδικου ποσού, ενώ η έβδομη συγκληρονόμος αποποιήθηκε την κληρονομιά πριν την παροχή λογοδοσίας του εναγόμενου. Συνεπώς, ο εναγόμενος, από το εισπραχθέν τίμημα ύψους 520.000,00 ευρώ, το οποίο εισέπραξε με την ιδιότητα του δικαστικού συμπαραστάτη του (……), οφείλει σε έκαστο ενάγοντα, το ποσοστό τους 1/6 επί του ανωτέρω ποσού, το οποίο δεν τους κατέβαλε, αλλά, κατέχοντάς το με την ανωτέρω ιδιότητα, παρανόμως το ιδιοποιήθηκε, ενσωματώνοντάς το στην περιουσία του. Επομένως η ζημία εκάστου των εναγόντων από την ανωτέρω αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγόμενου ανήλθε στο ανωτέρω ποσό των ογδόντα έξι χιλιάδων εξακοσίων εξήντα έξι ευρώ και εξήντα επτά λεπτών (86.666,67). Περαιτέρω, εξαιτίας της ανωτέρω άδικης πράξης, οι ενάγοντες υπέστησαν ηθική βλάβη, στενοχώρια και θλίψη, για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούνται εύλογη χρηματική ικανοποίηση. Το ύψος της, με βάση το είδος και τις συνθήκες τέλεσης της προσβολής, το βαθμό πταίσματος του εναγόμενου, την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων, προσδιορίζεται στο ποσό των χιλίων (1.000,00) ευρώ, το οποίο, μετά την στάθμιση των άνω στοιχείων κρίνεται εύλογο. Σημειώνεται ότι οι ενάγοντες υπέβαλαν στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών την από (……) μήνυσή τους (ΑΒΜ …….) σε βάρος του εναγόμενου και των μελών του εποπτικού συμβουλίου της δικαστικής συμπαράστασης, η οποία βρίσκεται στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης, ενώ δεν προσκομίζεται κανένα στοιχείο για την περαιτέρω πορεία της υπόθεσης και ως εκ τούτου η αναστολή της παρούσας υπόθεσης κατ’ άρθρο 250 ΚΠολΔ δεν κρίνεται σκόπιμη, αφού το Δικαστήριο από το υπάρχον αποδεικτικό υλικό άχθηκε σε πλήρη δικανική πεποίθηση, απορριπτομένου για το λόγο αυτό του σχετικού αιτήματος του εναγόμενου. Ενόψει όλων των ανωτέρω αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών, πρέπει η κρινόμενη αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη και να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγόμενου να καταβάλει σε έκαστο των εναγόντων το συνολικό ποσό των ογδόντα επτά χιλιάδων εξακοσίων εξήντα έξι ευρώ και εξήντα επτά λεπτών (86.666,67+1.000,00=87.666,67), νομιμοτόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων πρέπει να επιβληθεί σε βάρος του εναγόμενου, ανάλογα με την έκταση της νίκης και της ήττας των διαδίκων, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση του εναγόμενου να καταβάλει σε έκαστο των εναγόντων το συνολικό ποσό των ογδόντα επτά χιλιάδων εξακοσίων εξήντα έξι ευρώ και εξήντα επτά λεπτών (86.666,67+1.000,00=87.666,67), νομιμοτόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εναγόμενου μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στην Αθήνα σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση την 13η Σεπτεμβρίου 2023, χωρίς την παρουσία διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ