ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

502/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Μαρία Κριτσινέλια, Πρόεδρο Πρωτοδικών η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου της Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών και από τη Γραμματέα Ευαγγελία Ανδριοπούλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 25η Μαΐου 2022, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

Α] ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ 1. (….) το γένος (….) και της (….), χήρας (….), κατοίκου (….), οδός (….) αριθμός (….), με ΑΦΜ (….) της Δ.Ο.Υ. (….), 2. (….) του (….) και της (….), κατοίκου (….), οδός (….) αριθμός (….), με ΑΦΜ (….) της Δ.Ο.Υ. (….), 3. (….) του (….) και της (….), κατοίκου (….), οδός (….) αριθμός (….), με ΑΦΜ (….) της Δ.Ο.Υ. (….), 4. (….) του (….) και της (….), κατοίκου (….) Αττικής, οδός (….) αριθμός (….), με ΑΦΜ (….) της Δ.Ο.Υ. (….), 5. (….) του (….) και της (….), κατοίκου (….), οδός (….) αριθμός (….), με ΑΦΜ (….) της Δ.Ο.Υ. (….), 6. (….) του (….) και της (….), κατοίκου (….), οδός (….) αριθμός (….), με ΑΦΜ (….) της Δ.Ο.Υ. (….), 7. (….) του (….) και της (….), κατοίκου (….), οδός (….) αριθμός (….), με ΑΦΜ (….) της Δ.Ο.Υ. (….), 8. (….) του (….) και της (….), κατοίκου (….), οδός (….) αριθμός (….), με ΑΦΜ (….) της Δ.Ο.Υ. (….), 9. (….) του (….) και της (….), κατοίκου (….), οδός (….) αριθμός (….), με ΑΦΜ (….) της Δ.Ο.Υ. (….) Αττικής, 10. (….) του (….) και της (….), κατοίκου (….), οδός (….) αριθμός (….), με ΑΦΜ (….) της Δ.Ο.Υ. (….), 11. (….) του (….) και της (….), κατοίκου (….), οδός (….) αριθμός (….), με ΑΦΜ (….) της Δ.Ο.Υ. (….) και 12. (….) όπως  εκπροσωπείται νόμιμα από τους από κοινού ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς της (….) και (….) του (….), εκ των οποίων ο μεν πρώτος παραστάθηκε μετά και οι λοιποί (των εναγόντων) δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους (…) Γαλάνη με ΑΜ ΔΣΑ (….) που προσκόμισε το με αριθμό (….) / 25.05.2022 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Α., και κατέθεσαν νομοτύπως έγγραφες προτάσεις.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: α. (….) του (….) και της (….), (υπό την ιδιότητα της ως κληρονόμου της (….), κατοίκου (….), όπισθεν (….), β. (….) του (….) και της (….) (υπό την ιδιότητα της ως κληρονόμου της (….), κατοίκου ομοίως ως ανωτέρω και γ. (….) του (….) και της (….), (υπό την ιδιότητα της ως κληρονόμου της (….), κατοίκου όπως παραπάνω, δ. (….) του (….), κατοίκου (….), οδού (….) άνευ αριθμού και ε. ΝΠΙΔ “ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ” (στο εξής: “Επικουρικό Κεφάλαιο”) που εδρεύει στην Αθήνα επί της οδού (….), με ΑΦΜ (….) ΔΟΥ (….), εκ των οποίων οι τρεις πρώτες δεν εμφανίστηκαν στο ακροατήριο του δικαστηρίου ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, ενώ η τέταρτη (των εναγομένων) παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, (….) με AM ΔΣ (….), ο οποίος προσκόμισε το με αριθμό (….) γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Α και κατέθεσε νομοτύπως έγγραφες προτάσεις και το πέμπτο των εναγομένων παραστάθηκε διά της πληρεξούσιας δικηγόρου του, (….) με AM Δ.Σ.Α.,  που προσκόμισε το με αριθμό (….) γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Α. και κατέθεσε νομοτύπως έγγραφες προτάσεις.

Β] ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΙΝΟΥΝΤΟΣ ΤΗ ΔΙΚΗ – ΠΡΟΣΕΙΙΙΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: ΝΠΙΔ “ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ” (στο εξής: “Επικουρικό Κεφάλαιο”) που εδρεύει στην Αθήνα επί της οδού (….)  με ΑΦΜ (….) ΔΟΥ (….), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παραστάθηκε διά της πληρεξουσίας δικηγόρου του, (….), με AM Δ.Σ.Α. (….), η οποία προσκόμισε το με αριθμό (….) γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Α και κατέθεσε νομοτύπως έγγραφες προτάσεις.

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΔΙΚΗΣ – ΠΡΟΣΕΠΙΚΛΗΣΗ ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: α. (….) του (….) και της (….) (υπό την ιδιότητά της ως κληρονόμου της ……), κατοίκου (….), όπισθεν (…), β. (….) του  και της (….) (υπό την ιδιότητά της ως κληρονόμου της ………….), κατοίκου ομοίως ως ανωτέρω και γ. (….) του (….) και της (….) (υπό την ιδιότητά της ως κληρονόμου της ……), κατοίκου όπως παραπάνω, δ.(….) του (….), κατοίκου (….), οδού (….) άνευ αριθμού, εκ των οποίων οι τρεις πρώτες δεν εμφανίστηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, ενώ η τέταρτη (των εναγόμενων) παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, (….) με AM ΔΣ (….) ο οποίος προσκόμισε το με αριθμό (….) γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Α και κατέθεσε νομοτύπως έγγραφες προτάσεις.

Οι υπό στοιχείο Α] ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από (….) αγωγή τους, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με γενικό αριθμό κατάθεσης (….) / 2021 και ειδικό αριθμό κατάθεσης (….) / 2021, προσδιορίστηκε για την αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο οικείο πινάκιο οπότε και συζητήθηκε.

Το υπό στοιχείο Β] ανακοινούν τη δίκη – προσεπικαλούν – παρεμπιπτόντως ενάγον, ζητεί να γίνει δεκτή η από (….) αγωγή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με γενικό αριθμό κατάθεσης (….) /2022 και ειδικό αριθμό κατάθεσης (….) / 2022, προσδιορίστηκε για την αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο οικείο πινάκιο οπότε και συζητήθηκε.

ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ των ανωτέρω αγωγών οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού και στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις των άρθρων 10 του Ν. ΓΠΝ/1911,297,298, 300, 330 εδ. β και 914 του ΑΚ, προκύπτει ότι η αδικοπρακτική ευθύνη προς αποζημίωση προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση ζημίας και αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της ζημίας. Παράνομη είναι η συμπεριφορά που αντίκειται σε επιτακτικό ή απαγορευτικό κανόνα δικαίου, ο οποίος απονέμει δικαίωμα ή προστατεύει συγκεκριμένο συμφέρον του ζημιωθέντος, μπορεί δε η συμπεριφορά αυτή να συνίσταται σε θετική ενέργεια ή σε παράλειψη ορισμένης ενέργειας. Μορφή υπαιτιότητας είναι και η αμέλεια, η οποία υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, δηλαδή αυτή που αν καταβαλλόταν, με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς ανθρώπου του κύκλου δραστηριότητας του ζημιώσαντος, θα καθιστούσε δυνατή την αποτροπή του παράνομου και ζημιογόνου αποτελέσματος. Αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει όταν η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του δράστη ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά την συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει την ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η ύπαρξη του αιτιώδους συνδέσμου σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση είναι ζήτημα καθαρά πραγματικό και κρίνεται από το δικαστήριο της ουσίας.

Περαιτέρω, η παράβαση των διατάξεων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (ΚΟΚ) δεν θεμελιώνει αυτή καθ’ εαυτή υπαιτιότητα στην επέλευση αυτοκινητικού ατυχήματος, αποτελεί όμως στοιχείο, η στάθμιση του οποίου από το δικαστήριο της ουσίας θα κριθεί σε σχέση με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συγκεκριμένης παραβάσεως και του επελθόντος αποτελέσματος (βλ. ΑΠ 1307/2017, ΑΠ 520/2011, ΑΠ 331/2011, ΑΠ 239/2011, ΑΠ 147/2011 στη ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, από το συνδυασμό των άρθρων 12, 19, 20 ΚΟΚ προκύπτει ότι οι οδηγοί υποχρεούνται να οδηγούν με σύνεση και με διαρκώς τεταμένη την προσοχή τους, να έχουν διαρκώς τον πλήρη έλεγχο του οχήματος τους ώστε να μπορούν σε κάθε στιγμή να εκτελούν τους απαιτούμενους χειρισμούς, ρυθμίζοντας προς τούτο την ταχύτητα του οχήματος, λαμβάνοντας συνεχώς υπόψη τους τις επικρατούσες συνθήκες, ιδιαίτερα δε τις συνθήκες κυκλοφορίας, κατά τρόπον ώστε να είναι σε θέση να διακόπτουν με ασφάλεια την πορεία του οχήματος τους προ οιουδήποτε εμποδίου που μπορεί να προβλεφθεί και το οποίο βρίσκεται στο ορατό μπροστινό τμήμα της οδού. Υποχρεούνται επίσης να μειώνουν την ταχύτητα του οδηγούμενου οχήματος και, σε περίπτωση ανάγκης, να

διακόπτουν την πορεία, όταν οι περιστάσεις το επιβάλλουν.

Ακολούθως, εκ του άρθρου 932 εδ.β’ ΑΚ προκύπτει ότι σε περιπτώσεις θανάτωσης προσώπου το δικαστήριο, εκτιμώντας τα πραγματικά περιστατικά που τέθηκαν υπόψη του (βαθμό πταίσματος, περιουσιακή και κοινωνική κατάσταση των μερών κ.λ.π.) μπορεί να επιδικάσει στην οικογένεια του θύματος, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, δηλαδή της λύπης, της στενοχώριας και του πόνου που υπέστησαν τα άτομα αυτά που αποτελούν την οικογένεια εξαιτίας της θανάτωσης ενός μέλους αυτής (βλ. ως προς τα προσδιοριστικά στοιχεία της χρηματικής ικανοποίησης, ΑΠ1823/1981 ΕΕργΔ 41.326, ΑΠ 1336/1976 ΝοΒ 25.935, ΑΠ 856/76 ΝοΒ 25.205). Η παρεχόμενη με το άρθρο αυτό στην οικογένεια του θύματος χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, έχει ως αιτιολογία τον ψυχικό πόνο που δοκίμασαν οι στενά συνδεδεμένοι με το θύμα εγγύτεροι συγγενείς, σκοπό δε έχει την απόκτηση περιουσιακών αγαθών με αυτή, με τα οποία θα καταστεί δυνατή η ηθική παρηγοριά και η ψυχική ανακούφιση (βλ. ΟλΑΠ519/1977 ΝοΒ 26.182, ΑΠ 97/2001 ΕλλΔνη 42.674). Στη διάταξη αυτή δεν γίνεται προσδιορισμός του όρου “οικογένεια” του θύματος, προφανώς γιατί ο νομοθέτης δεν θέλησε να διαγράψει κατά τρόπο δεσμευτικό τα όρια του θεσμού, ο οποίος από τη φύση του κρίνεται κατ’ ανάγκη, από τις επιδράσεις των κοινωνικών διαφοροποιήσεων κατά τη διαδρομή του χρόνου. Κατά την αληθή έννοια της εν λόγω διάταξης που απορρέει από το σκοπό της θέσπισής της, στην οικογένεια του θύματος περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενά συνδεδεμένοι συγγενείς του θανατωθέντος που δοκιμάστηκαν ψυχικά από την απώλειά του και στοχεύει στην ανακούφιση του ηθικού τους πόνου, αδιάφορα αν συζούσαν με αυτόν ή διέμεναν χωριστά (ΟλΑΠ 21/2000 ΕλΔνη 42 56). Υπό την έννοια αυτή στην οικογένεια του θύματος που δικαιούνται σε περίπτωση θανατώσεως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, περιλαμβάνονται: α) οι γονείς, β) τα τέκνα, γ) οι ανιόντες και κατιόντες, δ) οι αδελφοί, αμφιθαλείς και ετεροθαλείς, ε) ο σύζυγος ή η σύζυγος, στ) οι εξ αγχιστείας συγγενείς πρώτου βαθμού, όπως είναι ο πενθερός, η πεθερά, ο γαμβρός από κόρη, η νύφη από γιο, οι εγγονοί και δισέγγονοι (βλ. ΑΠ 1629/2007, ΑΠ 1735/2006 στη ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 434/2005 ΕλλΛνη 2005 1062, ΑΠ 1752/2005 ΕλλΔνη 47 999, ΑΠ 795/2004 ΕλλΔνη 2006 1346, ΑΠ 723/2002 ΕλλΛνη 44 708, ΑΠ 868/2002 ΝοΒ 51.55,ΑΠ 1114/2000 ΕλλΔνη 41 1593, ΑΠ 1577/1998 τράπεζα νομικών πληροφοριών ΔΣΑ,ΑΠ 1631/1990 ΝοΒ 1991,612, Εφ.Πειρ.89/2004 ΠειρΝ. 2004 154, ΕφΑΘ 356/1997 ΕλλΔνη 38.868, ΕφΠειρ 1199/87 ΕλλΔνη 1989.1039, ΠολΠρωτΑΘ 368/2005 στη ΝΟΜΟΣ με εκεί παραπομπές στις Ολ ΑΠ 762/1992 ΝοΒ 1992.919, ΑΠ 723/2002 ΕλλΔνη 44.708, ΑΠ 160/2001 ΕλλΔνη 42.56, ΑΠ 1228/96 ΕλλΔνη 38.562). Το πόρισμα τούτο ενισχύεται και από τις διατάξεις των άρθρων 57 εδ. β και 59 ΑΚ, οι οποίες προσεγγίζουν εγγύτερα το ζήτημα και καθορίζουν περιοριστικώς τα πρόσωπα που δικαιούνται να ζητήσουν την προστασία της προσωπικότητας του αποθανόντος προσώπου και την επιδίκαση χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ψυχικής οδύνης (βλ. ΟλΑΠ 21/2000, ΕλλΔνη 42.55, ΑΠ 758/2000 ΕλλΛνη 2001.76, ΑΠ 520/1994 ΕλλΔνη 37.64, ΕφΑΘ 421/2000 ΕλλΔνη 41.798, ΕφΘεσ 244/2000 Αρμ. 55.652, ΕφΠειρ. 1070/2000 ΠειρΝ 2001.45, ΕφΘεσ 1715/1999 Αρμ. 2000. 1209, ΕφΠειρ. 52/1999 ΠειρΝ 1999.176, ΕφΑΘ 8981/1998 ΕλλΔνη 42.750, ΕφΑΘ 1707/1997 ΕλλΔνη 38.867).

Περαιτέρω ο προσδιορισμός του καταβλητέου σε κάθε πρόσωπο της οικογένειας ποσού, λόγω της ψυχικής του οδύνης, μπορεί να διαφέρει κατά περίπτωση και απόκειται στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου (βλ. ΟλΑΠ 1/015, ΑΠ 230/2015, ΑΠ 745/2010 στην ΤΝΠ του ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΑΠ 451/2001 ΝοΒ 50. 521, ΑΠ 745/2000 στη ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 749/2000 ΕλλΔνη 2001.76, ΑΠ 758/2000 ΕλλΔνη 42. 76, ΕφΛαρ 4/2011 στην ΤΝΠ του ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»), με βάση τα υποβαλλόμενα στην κρίση του περιστατικά, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (βλ. και ΑΠ 435/2004 στη ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1433/2000 ΕλλΔνη 2001.673, ΑΠ 1114/2000 ΕλλΔνη 41.1591). Μεταξύ των κριτηρίων που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποιήσεως είναι, μεταξύ άλλων, οι συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, η βαρύτητα του πταίσματος του δράστη και το συντρέχον πταίσμα του παθόντος, με βάση το οποίο το δικαστήριο, ύστερα από σχετική ένσταση του υπόχρεου, μπορεί ανάλογα με τη βαρύτητα που αποδίδει σ’ αυτό, να επιδικάσει ή μη χρηματική ικανοποίηση ή να μειώσει το ποσό αυτής (ΑΠ/350/1999 ΕλλΔνη 40.1515), η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων και η ηλικία του θανόντος, ενώ η οικονομική κατάσταση του συνυποχρέου ασφαλιστή δεν ερευνάται, αφού η ευθύνη του είναι εγγυητική (βλ. σχετ. ΕφΘεσ 1715/1999, 1532/1999,2513/1999 Αρμ. 2000 σελ. 1209, 1210 και 1487 αντίστοιχα με εκεί παραπομπές σε συγγραφείς και νομολογία). Σημειωτέον επίσης ότι η επιδίκαση της από άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ προβλεπομένης χρηματικής ικανοποιήσεως στα δικαιούμενα πρόσωπα, τελεί υπό την αυτονόητη προϋπόθεση, που συνιστά πραγματικό ζήτημα, της ύπαρξης κατ’ εκτίμηση του δικαστή, μεταξύ αυτών και του θανατωθέντος, όταν ο τελευταίος ζούσε, αισθημάτων αγάπης και στοργής, η διαπίστωση της ανυπαρξίας των οποίων μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό, είτε όλων των προσώπων αυτών, είτε κάποιων ή κάποιου από αυτούς από την επιδίκαση της εν λόγω χρηματικής ικανοποιήσεως (βλ ΟλΑΠ 21/2000, ο.π,ΑΠ 160/2001 ο.π., ΕφΘεσ. 1715/1999, 1532/1999, 2513/1999 Αρμ. 2000 σελ. 1209, 1210 και 1487 αντίστοιχα με εκεί παραπομπές σε συγγραφείς και νομολογία). Για το ορισμένο δε της σχετικής αγωγής (για επιδίκαση ψυχικής οδύνης) δεν απαιτείται όπως ο ενάγων εξειδικεύει τα στοιχεία εκείνα που είναι προσδιοριστικά της κοινωνικής και περιουσιακής κατάστασης του δικαιούχου και του υπόχρεου, την ηλικία του θανατωθέντος και των μελών της οικογένειας του, την κατοικία των ανωτέρω προς εξακρίβωση του στενού δεσμού που διατηρούσαν, το βαθμό του πταίσματος του αδικοπρακτήσαντος, καθόσον τα παραπάνω στοιχεία δύνανται να προκόψουν από τις αποδείξεις (βλ. ΕφΑΘ 8981/1998 ΕλλΔνη 42 (2001) 750, Κρητικός ό.π. αρ. 996), κατ’ εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών από το δικαστήριο που προσδιορίζει το ποσό κατά την εύλογη κρίση του, χωρίς την υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια (βλ. ΑΠ 1433/2000 στη ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 119/1999 ΝοΒ 43.478, ΕφΘεσ 2513/1999 Αρμ 54.1487, ΕφΑΘ 920/1986 ΕλλΔνη 28.472, ΕφΑΘ 7364/1986 ΑρχΝ 1987.583). Η κρίση του δικαστηρίου ουσίας, όσον αφορά το ύψος της επιδικαστέας χρηματικής ικανοποίησης αποφασίζεται (καταρχήν αναιρετικά ανέλεγκτα), με βάση τους ισχυρισμούς και τα αποδεικτικά στοιχεία που θέτουν στη διάθεσή του οι διάδικοι. Επιβάλλεται, όμως, σε κάθε περίπτωση να τηρείται, κατά τον καθορισμό του επιδικαζόμενου ποσού, η αρχή της αναλογικότητας ως γενική νομική αρχή και δη αυξημένης τυπικής ισχύος (άρθ. 2§1 και 25 του Συντάγματος), την οποία εκφράζει και η υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη του άρθ. 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, υπό την έννοια ότι πρέπει να υπάρχει μια ανεκτή σχέση αναλογικότητας μεταξύ των χρησιμοποιούμενων μέσων και του σκοπού που επιδιώκει κάθε μέτρο, το οποίο αποστερεί ένα άτομο από θεμελιακό δικαίωμά του, όπως από την ιδιοκτησία του (βλ,ΟλΑΠ 9/2015 και ΑΠ 327/2017 στη ΝΟΜΟΣ).

Σύμφωνα με το άρθρο 246 ΚΠολΔ, το οποίο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 591 παρ. 1 ΚΠολΔ εφαρμόζεται και στη διαδικασία του άρθρου 614 του ιδίου Κώδικα (διαφορές για ζημίες από αυτοκίνητο και από σύμβαση ασφαλίσεως αυτού), το δικαστήριο μπορεί, σε κάθε στάση της δίκης, να διατάζει αυτεπάγγελτα ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, την ένωση και συνεκδίκαση περισσοτέρων δικών που εκκρεμούν ενώπιον του, μεταξύ των αυτών ή διαφόρων διαδίκων, εάν υπάγονται στην ίδια διαδικασία και διευκολύνεται ή επιταχύνεται, κατά την κρίση του, η διεξαγωγή της δίκης ή μειώνονται τα έξοδα.

Εν προκειμένω, νομίμως φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου οι: α) από 10.11.2021 αγωγή των: 1. (…), 2. (…), 3. (…), 4. (…), 5. (…), 6. (…), 7. (…), 8. (…), 9. (…), 10. (…), 11. (…) και 12. (…) όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τους γονείς της λόγω της ανηλικότητάς της, κατά των: α. (…), β. (…), γ. (…), δ. (…) και ε. Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ» και συντομογραφικά «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ», όπως νομίμως εκπροσωπείται, περί καταψηφίσεως αποζημιώσεως λόγω ψυχικής οδύνης από αυτοκινητικό ατύχημα και β) η από 12.01.2022 με γενικό αριθμό κατάθεσης …./2022 και ειδικό αριθμό κατάθεσης …./2022 ανακοίνωση δίκης με προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση και παρεμπίπτουσα αγωγή του Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ» και συντομογραφικά «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ», κατά των ομοδίκων του, α. (…), β. (…), γ. (…), και δ. (…), με αίτημα την κατ’ αναγωγή καταψήφιση κάθε ποσού που αυτό θα υποχρεωθεί να πληρώσει στους αμέσως ανωτέρω ανοδικούς του – εμμέσως παθόντες εκ του ενδίκου ατυχήματος.

Συντρεχόντων δε όλων των προϋποθέσεων του παραπάνω άρθρου, πρέπει να διαταχθεί η ένωση και συνεκδίκαση της ως άνω κύριας αγωγής, μετά της ως άνω (αν)αγωγής, υπαγόμενων στην ίδια διαδικασία του άρθρου 614 ΚΠολΔ λόγω συνάφειας, καθόσον έχουν ως αντικείμενο την καταβολή αποζημιώσεως από το ίδιο αυτοκινητικό ατύχημα και έτσι επιταχύνεται η διαδικασία, επέρχεται μείωση των εξόδων και αποφεύγεται η έκδοση αντιφατικών αποφάσεων. Ειδικότερα:

Με την υπό κρίση υπό στοιχείο Α] αγωγή τους, οι ενάγοντες εκθέτουν ότι στο (…) στις (…) και περί ώρα (…) μ.μ, κάτω από τις συνθήκες που εξειδικεύονται στην υπό κρίση αγωγή, η αποβιώσασα στις (…), και κληρονομηθείσα εξ’ αδιαθέτου από τα τρία τέκνα της (τρεις πρώτες εναγόμενες), οδηγώντας δίχως να διαθέτει δίπλωμα οδήγησης και υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, το ανασφάλιστο, άνευ αδείας κυκλοφορίας για το έτος (…) και με βλάβη στα εμπρόσθια φώτα υπ’ αριθμ. (…) δίκυκλο μοτοποδήλατο (…) ιδιοκτησίας της τέταρτης των εναγόμενων, προκάλεσε από αποκλειστική υπαιτιότητά της (αμέλεια), τροχαίο ατύχημα, υπό τις ειδικότερες συνθήκες που περιγράφονται στην αγωγή, που είχε ως αποτέλεσμα το θανάσιμο τραυματισμό του υπερήλικα (… ετών) (…) του (…), συζύγου της πρώτης, πατέρα της δεύτερης, της έκτης και του δέκατου, πενθερού της ενδέκατης, και πάππου του τρίτου, τέταρτου, πέμπτης, έβδομης, όγδοου, ένατης, και δωδέκατης εξ αυτών (των εναγόντων). Με βάση το παραπάνω ιστορικό, (οι ενάγοντες) ζητούν, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος, ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση σε καθέναν εξ αυτών, λόγω της ψυχικής οδύνης που δοκίμασαν από τον αδόκητο θάνατο του ανωτέρω προσφιλούς τους προσώπου κατά το άρθρο 932 ΑΚ, τα κάτωθι ποσά, και δη στην πρώτη, δεύτερη, έκτη και δέκατο των εναγόντων (σύζυγο και τέκνα του θανόντος), το ποσό των 100.000 ευρώ στον καθένα, στην ενδέκατη ενάγουσα (νύφη) το ποσό των 30.000 ευρώ, και σε καθένα εκ των εγγονών (του θανόντος), ήτοι στον τρίτο, τέταρτο, πέμπτη, έβδομη, όγδοο, ένατη, και δωδέκατη το ποσό των 50.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο τα παραπάνω ποσά, από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση. Ζητούν τέλος, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στην καταβολή της δικαστικής τους δαπάνης.

Περαιτέρω, με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου των εναγόντων στο ακροατήριο του Δικαστηρίου καταχωρηθείσα στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του και επαναληφθείσα με τις εμπροθέσμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις τους, νομοτύπως (άρθρα 294,295 και 297 ΚΠολΔ) τράπηκε το όλο αίτημα της αγωγής από καταψηφιστικά σε αναγνωριστικό.

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η κρινόμενη αγωγή, όπως νομότυπα τράπηκε σε αναγνωριστική κατά τα ως άνω αναφερόμενα (άρθρα 294, 295 παρ.1,297, και 591 παρ. 1,614 επ. ΚΠολΔ), αρμοδίως εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου που είναι κατά τόπον και καθ’ ύλην αρμόδιο (άρθρα 1 στοιχ. α, 3 § 1,7,9 εδ. α’, β’ και γ’ 10,12§ 1, 13, 14 παρ. 2, 16 περ. 12, 22, 25 παρ.2, 35, 37§1 και 74 ΚΠολΔ), προκειμένου να εκδικαστεί κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρ. 614 παρ. 1 και 6 ΚΠολΔ σε συνδ. με άρ. 591 ΚΠολΔ). Είναι δε αρκούντως ορισμένη (άρθρα 118 και 216 ΚΠολΔ) περιέχουσα όλα τα απαραίτητα εκ του νόμου στοιχεία, απορριπτομένου του ισχυρισμού περί αοριστίας που προβλήθηκε παραδεκτώς από μέρος των εναγόμενων (βλ. ΑΠ 146/2018, ΑΠ 2081/2017, ΑΠ 1756/2017, ΑΠ 1754/2017, ΑΠ 1727/2017, ΑΠ 1652/2017 στη ΝΟΜΟΣ) και νόμιμη (βλ. σχετική νομολογία ΑΠ 150/2002, ΑΠ385/2002, ΜονΠρωτΣάμου 198/2005 στη ΝΟΜΟΣ), στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 302 ΠΚ, 26, 914, 926, 928, 929, 930 εδ. α’, 932, 481, 489, 297, 298, 299, 330, 1510, 1710, 1846, 1813 ΑΚ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 4, 9, 10 και 12 του Ν. ΓΠΝ/1911, ο οποίος διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την έναρξη ισχύος του ΑΚ με τα άρθρα 47 και 114 του εισαγωγικού αυτού νόμου, σε συνδυασμό μετά άρθρα 36 παρ. 1γ, 39 παρ.1, 12§1, 13§2 και 3, 16§1 και 4, 19 παρ.1,4παρ.3, 64 παρ.1, 88 παρ. 1, 96 παρ.1 και 99 παρ.1 και 100 του Κ.Ο.Κ. καθώς και σε εκείνες των άρθρων 1, 2, 4, 6 παρ. 1-2, 9 και 10 παρ. 1 ν. 489/1976 όπως κωδικοποιήθηκε από το π.δ. 237/1986 και τροποποιήθηκε μεταγενέστερα με το π.δ 10/2003 προς προσαρμογή στις διατάξεις της κοινοτικής οδηγίας 2000/26 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και μετέπειτα με το ν.3557/2007 και των άρθρων 62, 68,70, 74, 76§1 περ.γ’, 106, 176, 218, 223, 224, 295 και 297 ΚΠολΔ. Λεκτέον στο σημείο αυτό, ότι ο μεταγενέστερος περιορισμός του καταψηφιστικού αιτήματος της ένδικης αγωγής σε αναγνωριστικό, ο οποίος συνιστά μερική παραίτηση από το δικόγραφό της, (με αποτέλεσμα η αγωγή ως προς το σημείο αυτό να θεωρείται, ως διαδικαστική πράξη ως μη ασκηθείσα [άρθρο 295 ΚΠολΔ – ΟλΑΠ 7/2000 -ΑΠ 679/1999 ΕλλΔνη 41.339 -ΑΠ 518/1999 ΕλλΔνη 40.1701- ΕφΑΘ 1994/2001 ΕλλΔνη 42.1356] και να μην οφείλονται εξ αιτίας αυτής δικονομικοί τόκοι κατά το άρθρο 346 ΑΚ), δε συνεπάγεται και αναδρομική κατάργηση των κατά το άρθρο 345 ΑΚ εννόμων συνεπειών της υπερημερίας του εναγόμενου οφειλέτη, η οποία έχει ήδη επέλθει με την επίδοση της αγωγής, και συνεπώς ο οφειλέτης οφείλει τόκους υπερημερίας, αφού από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 340, 345,346 ΑΚ, 215 § 1 εδ. α’, 221 § 1, 294, 295 περ. 1 και 297 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι επί άσκησης αγωγής για επιδίκαση χρηματικής απαίτησης, η επίδοση της αγωγής στον εναγόμενο, δεν είναι μόνο διαδικαστική πράξη, αλλά έχει και χαρακτήρα οιονεί δικαιοπραξίας όχλησης, που ενέχει πρόσκληση του δανειστή, απευθυντέα προς τον οφειλέτη, για την εκπλήρωση της παροχής, με αποτέλεσμα να τον καθιστά υπερήμερο και υπόχρεο να πληρώσει το νόμιμο τόκο υπερημερίας (ΟλΑΠ 13/1994 – ΑΠ 23/2004 στη ΝΟΜΟΣ,ΑΠ 241/2003 – ΑΠ 723/2002 – ΑΠ 1340/2001 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ» ΑΠ 1672/2001 ΕλλΔνη 2004 175, ΑΠ 1122/2000 ΕλλΔνη 2000 1664-ΑΠ 518/1999 ΕλλΔνη 40.1702). Σε σχέση δε με το παρεπόμενο αίτημα της αγωγής περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, είναι μη νόμιμο μετά την τροπή του όλου καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό, καθόσον προσωρινά εκτελεστές κηρύσσονται μόνο οι καταψηφιστικές αποφάσεις και ουχί οι αναγνωριστικές (ΕφΘεσ 356/1994 Αρμ 1994.1389). Κατ’ ακολουθίαν, η ένδικη αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι προ της ασκήσεώς της, υποβλήθηκε στο εναγόμενο η από (…) έγγραφη αίτηση για αποζημίωση των εναγόντων με συνημμένα τα έγγραφα που αποδεικνύουν τις επίδικες απαιτήσεις τους, ενώ δόθηκε σχετική σιωπηρή αρνητική απάντηση από το “ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ” σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 19 παρ. 3 του π.δ. 237/1986. Εξάλλου, δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου με τις ανάλογες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις λόγω της τροπής του συνόλου του καταψηφιστικού αιτήματος (της αγωγής) σε αναγνωριστικό, ενώ για το παραδεκτό εν γένει της συζήτησής της έχουν κατατεθεί, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 του Ν. 4640/2019, τα από 09.11.2021 έγγραφα ενημέρωσης των εναγόντων για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς.

Αναφορικά με την υπό στοιχείο Β] παρεμπίπτουσα αγωγή λεκτέα τα εξής: Στη διάταξη του άρθρου 19 παρ. 1 ν. 489/1976 ήδη π.δ. 237/1986 ορίζεται ότι το επικουρικό κεφάλαιο είναι υποχρεωμένο να καταβάλει στα πρόσωπα που ζημιώθηκαν, την κατά την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου αποζημίωση λόγω θανάτωσης, σωματικών βλαβών ή ηθικών βλαβών από αυτοκινητιστικά ατυχήματα, όταν, μεταξύ άλλων, το ατύχημα προήλθε από αυτοκίνητο ως προς το οποίο δεν έχει εκπληρωθεί η κατά το άρθρο 2 υποχρέωση, ήτοι η υποχρέωση κάλυψης με ασφάλιση της έναντι τρίτων αστικής ευθύνης, δηλαδή από όχημα ανασφάλιστο (περ. β). Ως ανασφάλιστο θεωρείται το ζημιογόνο αυτοκίνητο: α) όταν δεν έχει συναφθεί γι’ αυτό ποτέ στο παρελθόν σύμβαση ασφάλισης, β) όταν αυτή έληξε και δεν ανανεώθηκε ή λύθηκε ή ακυρώθηκε ή ανέσταλη είτε μονομερώς με καταγγελία του ασφαλιστή ή του ασφαλισμένου είτε με κοινή συμφωνία αυτών. Το Επικουρικό Κεφάλαιο, αν καταβάλει την αποζημίωση, υποκαθίσταται σε όλα τα δικαιώματα του ζημιωθέντος προσώπου εξ αιτίας του ατυχήματος έναντι του υπόχρεου προς αποζημίωση. Η άσκηση της εξ υποκαταστάσεως αξιώσεώς του αυτής, γίνεται είτε με παρεμπίπτουσα αγωγή, όταν συνενάγεται με τους άλλους υπόχρεους (λ,χ. οδηγό, κύριο και κάτοχο του ζημιογόνου ανασφαλίστου οχήματος), είτε με κύρια αγωγή αν ενάγεται μόνο του, σε κάθε δε περίπτωση η υπόθεση εκδικάζεται κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών. Με την παρεμπίπτουσα αγωγή, θα ζητεί από τον παρεμπιπτόντως εναγόμενο να του καταβάλλει κάθε ποσό που θα υποχρεωθεί να καταβάλλει στο ζημιωθέντα και ενάγοντα της κυρίας αγωγής.

Ωσαύτως, στη διάταξη του άρθ. 88 ΚΠολΔ ορίζεται ότι: «Ο ενάγων, ο εναγόμενος και όποιος άσκησε κύρια παρέμβαση έχουν δικαίωμα να προσεπικαλέσουν στη δίκη εκείνους από τους οποίους έχουν δικαίωμα να απαιτήσουν αποζημίωση σε περίπτωση ήττας τους». Περαιτέρω από την ακολουθούσα διάταξη του άρθρου 89 ΚΠολΔ ορίζονται τα ακόλουθα: «Η προσεπίκληση ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την αγωγή, το αργότερο έως τη συζήτηση στο ακροατήριο, και κοινοποιείται στον προσεπικαλούμενο. Η άσκηση της προσεπίκλησης έχει τα αποτελέσματα που έχει και η άσκηση της αγωγής». Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι η προσεπίκληση, όταν αυτή ασκείται από τον εναγόμενο, είναι τρόπος συμμετοχής του προσεπικαλουμένου στην κυρία δίκη. Προϋποτίθεται ότι ο προσεπικαλούμενος είναι τρίτος και όχι διάδικος στην κυρία δίκη, δηλαδή συνεναγόμενος με τον προσεπικαλούντα.

Στην προκειμένη περίπτωση, το Επικουρικό Κεφάλαιο ανακοίνωσε τη δίκη και προσεπικάλεσε σε αυτή τις τέσσερις πρώτες των εναγομένων, ήτοι τις νόμιμες εξ’ αδιαθέτου κληρονόμους της φερομένης ως υπαίτιας οδηγού, καθώς και την ιδιοκτήτρια του ζημιογόνου δίκυκλου οχήματος αντιστοίχως, θεμελιώνοντας την ευθύνη τους στο γεγονός ότι το ζημιογόνο όχημα ήταν ανασφάλιστο κατά το χρόνο του ατυχήματος. Κατόπιν των ανωτέρω, ζητεί να παρέμβουν οι προσεπικαλούμενες στην εκκρεμή, ανοιγείσα με την κύρια αγωγή δίκη, προκειμένου να επιδιώξουν την απόκρουση της παραπάνω αγωγής, και κατόπιν παραδεκτής τροπής του αιτήματος της παρεμπίπτουσας αγωγής σε έντοκο αναγνωριστικό, ζητεί, σε περίπτωση που γίνει δεκτή η τελευταία, να αναγνωριστεί η υποχρέωσή τους να του καταβάλουν ως αποζημίωση το τυχόν επιδικασθησόμενο ποσό, με το νόμιμο τόκο από την καταβολή του ποσού που θα επιδικασθεί στους ενάγοντες έως την εξόφληση. Ζητεί επίσης να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να απαγγελθεί προσωπική κράτηση σε βάρος των προσεπικαλουμένων – παρεμπιπτόντως εναγομένων διάρκειας έξι (6) μηνών και τέλος, να καταδικασθούν στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης.

Με το περιεχόμενο και το αίτημα αυτό η μεν ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση απαραδέκτως στρέφεται κατά των τεσσάρων πρώτων κυρίως εναγομένων, οι οποίες δεν είναι τρίτες στην έννομη σχέση της κύριας δίκης, αλλά διάδικοι, και εκ του ρόλου αυτού συμμετέχουν ήδη στη δίκη, η δε παρεμπίπτουσα αγωγή αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπον (άρθρα 7, 9 εδ. 1 έως 4,10,14§2 σε συνδυασμό με 16 περ. 11 και 31 §1 ΚΠολΔ) φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού για να δικασθεί κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (αυτοκινητικών) διαφορών (άρθρα 591, 614§6 ΚΠολΔ) και είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 330, 914, 922, 928, 929, 932, 1710, 1846, 1813 ΑΚ, 69§1ε’, 88, 89, 176, 283, 285 και 191 ΚΠολΔ, 2, 4, 9 Ν. ΓΛΝ/1911, 114 ΕισΝΑΚ, 19 του Ν. 489/1976 και του άρθρου 6β§ 1 περ. α’ και β’ του ΠΔ 237/1986, πλην του αιτήματος της κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής και περί απαγγελίας προσωπικής κράτησης των παρεμπιπτόντως εναγομένων, τα οποία, μετά την εν όλω τροπή του αιτήματος από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, είναι μη νόμιμα και ως εκ τούτου απορριπτέα καθόσον αυτά (τα αιτήματα) προϋποθέτουν εκτελεστό τίτλο, ενώ οι αναγνωριστικές αποφάσεις, η ενέργεια των οποίων εξαντλείται στο δεδικασμένο που αυτές παρέχουν, δεν αποτελούν τίτλο εκτελεστό (βλ. και ΕφΑΘ 743/2017 στη ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι για το παραδεκτό εν γένει της συζήτησής της έχει κατατεθεί, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 του Ν. 4640/2019, το από (…) έγγραφο ενημέρωσης του παρεμπιπτόντως ενάγοντος για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς που προσκομίζεται μετ’ επικλήσεως.

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης ενώπιον του ακροατηρίου του παρόντος Δικαστηρίου που περιλαμβάνεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, των οποίων η τήρηση έγινε με φωνοληψία (άρθρα 591 § 1 εδάφιο 1ο, 256 §§ 1 και 3 ΚΠολΔ, π.δ. 326/2001), και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι (βλ. τις προτάσεις τους), άλλα από τα οποία λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη, ενώ άλλα ως δικαστικά τεκμήρια, κατ’ άρθρο 339 σε συνδ. προς τα άρθρα 395 και 614 §1 εδ. α του ΚΠολΛ (ΑΠ 1286/2003, ΕλλΔνη 2005 [46].406=ΧρΙΔ 2004 [Δ’].245· ΑΠ 1236/1998, Δίκη 1999 [30].351• ΕφΛαμ 22/2010, ό.π.· ΕφΛαμ 8/2010, ΝΟΜΟΣ· Αθ. Κρητικός, Αποζημίωση από αυτοκινητικά ατυχήματα4, §35.IV.l, αρίθμ. 160 σελ. 885· Ν. Παϊσίδου, Τα δικαστικά τεκμήρια [1991], σελ. 230, υποσημ. 86), μερικά μάλιστα από τα οποία (έγγραφα), λόγω της ιδιαίτερης σημασίας τους, μνημονεύονται ειδικότερα παρακάτω, χωρίς να παραγνωρίζεται η αποδεικτική δύναμη των λοιπών (ΑΠ 139/2009 στη ΝΟΜΟΣ), μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και εκείνα της σχηματισθείσας σε σχέση με το ένδικο ατύχημα ποινικής δικογραφίας (όπως η έκθεση αυτοψίας, το σχεδιάγραμμα του τόπου του ατυχήματος, οι εκθέσεις ένορκης εξέτασης μαρτύρων κατά την προδικασία της ποινικής διαδικασίας), τα οποία εκτιμώνται ως δικαστικά τεκμήρια, κατ’ άρθρο 339 σε συνδ. προς τα άρθρα 395 και 614 §1 εδ. α του ΚΠολΔ (βλ. ΑΠ 1286/2003, ΕλλΔνη 2005 [46].406=ΧρΙΔ 2004 [Δ’].245· ΑΠ 1236/1998, Δίκη 1999 [30].351• ΕφΛαμ 22/2010, ό.π.· ΕφΛαμ 8/2010, ΝΟΜΟΣ* Αθ. Κρητικός, Αποζημίωση από αυτοκινητικά ατυχήματα 4, §35.IV.l, αρίθμ. 160 σελ. 885* Ν. Παϊσίδου, Τα δικαστικά τεκμήρια [1991], σελ. 230, υποσημ. 86), μερικά μάλιστα από τα οποία (έγγραφα), λόγω της ιδιαίτερης σημασίας τους, μνημονεύονται ειδικότερα παρακάτω, ιδίως δε από την εκτίμηση της από (…) ιατρικής βεβαίωσης του ιατρού (…) όπως επίσης και από τις επί μέρους ομολογίες των διαδίκων όπου περιοριστικά και ειδικά αναφέρονται κατωτέρω, που συνάγονται από τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις τους (άρθρα 261, 352 και 614 παρ. 1 ΚΠολΔ), λόγω μη ειδικής αμφισβήτησης της αλήθειας των πραγματικών ισχυρισμών από μέρος του αντιδίκου τους (βλ. ΑΠ 1521/1992 ΕλλΔνη35.430, ΑΠ 1032/1992 ΕΕΝ 60.705), καθώς κα από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 § 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης:

Την (…) και περί ώρα (…) μ.μ, η (…) δίχως να κατέχει νόμιμη άδεια ικανότητας οδηγήσεως, και υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών οδηγούσε το με αριθμό πινακίδας (…) δίκυκλο μοτοποδήλατο φερόμενο τυπικά ως ιδιοκτησίας της (…) καθόσον η ίδια το είχε πωλήσει για ανταλλακτικά στον (…) και εκκρεμούσε η τυπική μεταβίβασή του, το οποίο ετύγχανε ανασφάλιστο κατά τον χρόνο του ατυχήματος για τις προς τρίτους ζημιές του κυρίου, οδηγού και κατόχου του, άνευ νόμιμης άδειας κυκλοφορίας για το έτος (…) και με βλάβη στα μπροστινά φώτα, κινούμενη επί της οδού (…) του δήμου (…) όπου υφίσταται πληροφοριακή ρυθμιστική πινακίδα Ρ-32 σύμφωνα με την οποία η μεγίστη ταχύτητα περιορίζεται στον αναγραφόμενο αριθμό (30) χιλιόμετρα ανά ώρα, και με κατεύθυνση από την οδό (…) προς την οδό (…), με αυξημένη για τις περιστάσεις ταχύτητα περί τα πενήντα (50.0) χιλιόμετρα ανά ώρα. Η προαναφερόμενη οδός είναι διπλής κατεύθυνσης, με μία (1) λωρίδα κυκλοφορίας ανά ρεύμα πορείας, με πλάτος οδοστρώματος περί τα (7,50) μέτρα, και πλάτος πεζοδρομίου περί τα (3,00) μέτρα. Στο ύψος του οικοδομικού αριθμού (…) (κατάστημα …….), η εν λόγω οδός είναι ευθεία σε αρκετή απόσταση, την ώρα δε εκείνη (…..νυχτερινή ώρα) επικρατούσαν συνθήκες νύχτας με ανεπαρκή τεχνητό φωτισμό, ο καιρός ήταν αίθριος (καλοκαιρία), η κατάσταση της οδού ξηρά, η κυκλοφορία των οχημάτων καθώς και των πεζών κανονική και η ορατότητα περιορισμένη, λόγω σκότους (βλ. τη συνταχθείσα από ….. έκθεση αυτοψίας και το με την αυτή ημερομηνία πρόχειρο σχεδιάγραμμα που προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως, σε συνδυασμό με τις προανακριτικές καταθέσεις). Κατά τον πιο πάνω χρόνο, ο συγγενής των εναγόντων (…) ηλικίας τότε (…) ετών, βάδιζε επί του δεξιού πεζοδρομίου της παραλιακής οδού (…) του ρεύματος πορείας με κατεύθυνση από (…) προς (…), ξεκινώντας από την οικία του μαζί με τη σύζυγό του (πρώτη των εναγόντων) για τον καθιερωμένο τους νυχτερινό περίπατο. Φθάνοντας τον παραπάνω χρόνο στο ύψος της (οδού …) με αριθμό (…), έναντι του καταστήματος «……………..», ενόσω οι εν λόγω πεζοί έκαναν περίπατο αναψυχής επί του πεζοδρομίου, η (…) (ήδη αποβιώσασα) οδηγώντας υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, δίχως να κατέχει νόμιμη άδεια ικανότητας οδηγήσεως, το πιο πάνω ανασφάλιστο δίκυκλο όχημα φερόμενο τυπικά ως ιδιοκτησίας της (…), του οποίου η άδεια κυκλοφορίας δεν είχε ανανεωθεί για το έτος (…) και τα μπροστινά φώτα του δε λειτουργούσαν λόγω βλάβης, εκινείτο στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας της οδού (…) στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας με κατεύθυνση προς (…) και αυξημένη για τις περιστάσεις (εντός κατοικημένης και τουριστικής περιοχής) ταχύτητα περί τα πενήντα (50.00) χιλιόμετρα ανά ώρα. Αφιχθείσα δε στο ύψος με αριθμό (…) με την ίδια αυξημένη ταχύτητα, χωρίς να ανακόψει αυτήν, απώλεσε από αδέξιο χειρισμό της προς τα δεξιά τον έλεγχο του οχήματος της, με αποτέλεσμα αυτό να καταλήξει ακυβέρνητο στο πεζοδρόμιο του αντίθετου ρεύματος πορείας με κατεύθυνση προς (…), επί του οποίου βάδιζαν οι ανωτέρω πεζοί, και να προσκρούσει με δύναμη στο σώμα του (…), ο οποίος τραυματίσθηκε σοβαρά λόγω της πρόσκρουσης του μοτοποδηλάτου και της επακόλουθης πτώσης του με σφοδρότητα στο οδόστρωμα της οδού (…) και συγκεκριμένα υπέστη κρανιοεγκεφαλική κάκωση, υπαραχνοειδή αιμορραγία, αιμορραγία των μηνίγγων, καθώς και ρήξη εγκεφαλικής αρτηριοφλεβώδους δυσπλασίας, εξ αιτίας των οποίων ως μόνης ενεργού αιτίας επήλθε ο θάνατός του μετά από μερικούς μήνες νοσηλείας.

Τα ανωτέρω προκύπτουν κυρίως από την προσκομιζόμενη από (…) έκθεση αυτοψίας η οποία συνοδεύεται και από το πρόχειρο σχεδιάγραμμα της επιληφθείσας αρμόδιας τροχαίας όπου αναφέρεται: “…4. οχήματα που έχουν εμπλακεί στο ατύχημα: Ένα υπ. αριθμ. (…) δίκυκλο μοτ/το, μάρκας (…), χρώματος μπλε, ιδιοκτησίας της (…) του (…) κατ. (…) οδού (…), ασφαλ. εταιρία: Στερείτο”… 12. Διαπιστώσεις στον τόπο του ατυχήματος: α) Ίχνη τροχοπεδήσεως δεν ανευρέθηκαν, β) Ίχνη πλάγιας ολίσθησης: Δεν ανευρέθηκαν…ζ. Χαραγές στο οδόστρωμα: Δεν ανευρέθηκαν, η) Τελική θέση του οχήματος και του πεζού: το μοτοποδήλατο επί του πεζοδρομίου είχε μετακινηθεί, ενώ ο πεζός πεσμένος στην άσφαλτο, παράλληλα με το πεζοδρόμιο και σε απόσταση ενενήντα (90) εκατοστών από αυτό (ως εμφαίνεται στο σχεδιάγραμμα…) 14. Το όχημα εκινείτο επί της οδού (…) με κατεύθυνση από την οδό (…) προς την οδό (…) (προς …) Ο πεζός εκινείτο επί του πεζοδρομίου της οδού (…) με άγνωστη κατεύθυνση…17. Λοιπές παρατηρήσεις και διαπιστώσεις: Τραυματίας (πεζός) διεκομίσθη στο Νοσοκομείο (…) με το υπ’ αριθμ. Κ2 σταθμό του ΕΚΑΒ περί την (…) ώρα της ιδίας ημέρας, διότι είχε χτυπήσει στο κεφάλι. Το όχημα δεν κυκλοφορούσε νόμιμα καθότι δεν είχε ανανεωθεί για το έτος (…) η άδεια κυκλοφορίας του (ως προκύπτει από τις εφαρμογές POL) και ήταν ανασφάλιστο. Ως εκ τούτου βεβαιώθηκαν οι διοικητικές παραβάσεις. Η οδηγός δεν κατείχε άδεια ικανότητας οδηγήσεως…», σε συνδυασμό με το προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως από (…) πρόχειρο σχεδιάγραμμα που τη συνοδεύει και συνέταξαν οι αμέσως επιληφθέντες του ενδίκου ατυχήματος προανακριτικοί υπάλληλοι του Αστυνομικού Τμήματος (…) στο οποίο απεικονίζεται η επίδικη οδός, το συνολικό πλάτος της που ανέρχεται στα (7,50) μέτρα, και η μια λωρίδα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση που διαθέτει, η θέση του σώματος του πεζού μετά το ατύχημα (απεικονίζεται στο στοιχείο Τ.Θ.Α.Π και είναι επί του οδοστρώματος), και η τελική θέση ανεύρεσης του οχήματος στο στοιχείο Τ.Θ.Δ.Ο επί του πεζοδρομίου.

Τα ανωτέρω επιρρωνύονται αποδεικτικά και από το περιεχόμενο των προανακριτικών καταθέσεων που προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως, σε συνδυασμό μεταξύ τους. Ειδικότερα η αυτόπτης μάρτυρας (…) (πρώτη ενάγουσα), στην από (…) έκθεση ένορκης εξέτασής της ενώπιον του Ανθυπαστυνόμου (…) του Αστυνομικού Τμήματος (…) αναφέρει επί λέξει: «Την (…) και περί ώρα (…) μ.μ. περπατούσα με τον άνδρα μου (…) στο (…) επί πεζοδρομίου επί της οδού (…) έναντι (…) με κατεύθυνση προς (…), όταν ξαφνικά ένα μηχανάκι έπεσε πάνω του. Το μηχανάκι ερχόταν από μπροστά μας. Δεν το καταλάβαμε διότι δεν είχε φώτα και ήταν σκοτάδι. Τον χτύπησε στα πόδια και αυτός έπεσε στο δρόμο. Χτύπησε σε όλο του το σώμα αλλά το σοβαρότερο ήταν στο κεφάλι. Οι ιατροί στο Νοσοκομείο (…) και στο (…) μας είπαν ότι έκανε εσωτερικό αιμάτωμα στο κεφάλι…». Ωσαύτως, τα ανωτέρω ενισχύονται αποδεικτικά και από την από (…) έκθεση ένορκης εξέτασης του τότε εν ζωή (…) που έλαβε χώρα στα πλαίσια της προανακριτικής διαδικασίας, όπου αναφέρεται επί λέξει ότι: «…βρισκόμουν με τη γυναίκα μου στο πεζοδρόμιο της οδού (…) έναντι αριθμ. (…) (κατάστημα …..) και περπατούσα με κατεύθυνση προς Κόρινθο. Ξαφνικά ένα μηχανάκι χωρίς φώτα το οποίο οδηγούσε μια γυναίκα έπεσε πάνω μου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να πέσω στο δρόμο. Με είχε χτυπήσει στα πόδια και από το πέσιμο χτύπησα στο κεφάλι…οι εκεί ιατροί διέγνωσαν εσωτερικό αιμάτωμα». Τα ίδια ισχυρίσθηκε και ενώπιον του ακροατηρίου του παρόντος Δικαστηρίου ο μάρτυρας απόδειξης (…) ο οποίος ισχυρίσθηκε μετά λόγου γνώσεως υπό την ιδιότητά του ως θεράπων ιατρός του (…), ότι ο τελευταίος όσο ζούσε, παρά το προχωρημένο της ηλικίας του έχαιρε άκρας υγείας και ήταν ευτυχισμένος με την οικογένειά του, και ότι ο θάνατός του επήλθε συνεπεία του σοβαρού τραυματισμού του στην κεφαλή κατά το ένδικο τροχαίο ατύχημα καίτοι παρήλθε ικανό χρονικό διάστημα από το χρόνο που επισυνέβη αυτό (βλ. τα πρακτικά της δίκης – την ένορκη κατάθεσή του).

Τα προαναφερόμενα, δεν αντικρούονται επιτυχώς από μόνη την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από (…) προανακριτική κατάθεση της τότε εν ζωή (…) η οποία ισχυρίσθηκε ότι εκινείτο κανονικά χωρίς να έχει αναπτύξει ταχύτητα δίχως ωστόσο να την προσδιορίζει έστω κατά προσέγγιση, με κατεύθυνση από (…) προς (…), ότι δεν είδε τίποτα γιατί είχε σκοτάδι και φορούσε κράνος, και ότι μόνο μια γυναικεία φωνή άκουσε «μην κατέβεις», και ότι ο πεζός «πετάχτηκε» μπροστά της, με αποτέλεσμα να μην προλάβει να αντιδράσει και να πέσει πάνω του και να τον χτυπήσει, ο οποίος βρέθηκε ξαπλωμένος στο δρόμο μέχρι που τον πήρε το ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ. Ότι την επομένη ημέρα στο σπίτι της, διαπίστωσε ότι και η ίδια είχε χτυπήσει και δη είχε υποστεί κάταγμα ζυγωματικού. Περαιτέρω έκανε δήλωση ότι δεν επιθυμεί τίποτα σε βάρος του πεζού και παραδέχτηκε ότι είχε βλάβη στα φώτα.

Όπως προαναφέρθηκε, από την ένδικη σφοδρή πρόσκρουση του εμπρόσθιου μέρους του με αριθμό πινακίδας (…) δίκυκλου μοτοποδηλάτου στο σώμα του πεζού (…), αυτός επέπεσε με δύναμη στο οδόστρωμα της παραλιακής οδού (…) και υπέστη βαρύτατο τραυματισμό. Διακομίστηκε εσπευσμένα από τον τόπο του ατυχήματος με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών (Τ.Ε.Π.) του Γενικού Νοσοκομείου (…). Εκεί εξετάσθηκε στο Έκτακτο Χειρουργικό Ιατρείο, και αφότου υπεβλήθη στις απαραίτητες ιατρικές εξετάσεις, διαπιστώθηκε από τους θεράποντες ιατρούς υπαραχνοειδής αιμορραγία, αιμορραγία των μηνίγγων και ρήξη εγκεφαλικής αρτηριοφλεβώδους δυσπλασίας, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως από (…) και με αριθμό πρωτ.: (…)  / Βαθ.Προτερ. πιστοποιητικό του (…). Μετά από μιας (1) ημέρας νοσηλεία στο Χειρουργικό Τμήμα του (…), διακομίσθηκε άμεσα στο Νευροχειρουργικό Τμήμα του Γενικού Νοσοκομείου (…) (βλ. το από …….. ιατρικό σημείωμα του Γενικού Νοσοκομείου (…) και την υπ’ αριθμ. (…) ιατρική βεβαίωση – γνωμάτευση από τη Νευροχειρουργική Κλινική του (…) Γενικού Νοσοκομείου (…) που προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως). Μετά από ιατρικό έλεγχο με αξονική τομογραφία εγκεφάλου, οι εκεί θεράποντες ιατροί διέγνωσαν την κρανιοεγκεφαλική κάκωση μετά το ένδικο ατύχημα, με εικόνα μετατραυματικής υπαραχνοειδούς αιμορραγίας και τον εστιακό τραυματισμό-θλάση εγκεφάλου, και κρίθηκε επιβεβλημένη η παραμονή του στην ως άνω Κλινική, όπου νοσηλεύθηκε επί δώδεκα (12) συνεχείς ημέρες, από τις (…) έως τις (…) (βλ. το από ……. ιατρικό εξιτήριο από το Νευροχειρουργικό Τμήμα του πιο πάνω Νοσοκομείου καθώς και την από (…) ιατρική βεβαίωση του οικογενειακού ιατρού – ειδικής γενικής ιατρικής (…), ο οποίος, αφού εξέτασε τον (…), διαπίστωσε ότι φέρει πολλαπλές κακώσεις τόσο στα κάτω, όσο και στα άνω άκρα, αμφοτερόπλευρα και συνοδές εκχυμώσεις και ότι εκ του τροχαίου παρουσιάζει περιορισμό στο εύρος κινητικότητας των άνω άκρων, με συνοδό αδυναμία βάδισης. Περαιτέρω συνέστησε τη λήψη ισχυρής φαρμακευτικής αγωγής και τη διενέργεια φυσιοθεραπειών επί ένα (1) μήνα τουλάχιστον για την αποκατάστασή του και συνεχή ιατρική παρακολούθηση και επανεξέταση, καθώς και συνεχή νοσηλευτική υποστήριξη καθ’ όλο το διάστημα της αποκατάστασης, που προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως). Ωστόσο, παρά τη λήψη ισχυρής φαρμακευτικής αγωγής και την παρακολούθηση εντατικού προγράμματος φυσιοθεραπειών, ο (…), δεν κατέστη εφικτό να ανακτήσει τις κινητικές του δυνάμεις, λόγω του σοβαρού τραυματισμού του στην κεφαλή και της εγκεφαλικής αιμορραγίας που είχε προκληθεί, και η κατάσταση της υγείας του είχε αρχίσει ραγδαία να επιδεινώνεται, καθόσον λόγω της εγκεφαλικής αιμορραγίας λάμβαναν χώρα μικροεγκεφαλικά, τα οποία οι θεράποντες ιατροί δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν επιτυχώς. Η κατάσταση της ακινησίας του, απότοκος της κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης, σε συνδυασμό με τα πολλαπλά μικροεγκεφαλικά που πάθαινε ο (…) είχαν ως συνέπεια να επιδεινώνεται διαρκώς η κατάσταση της υγείας του. Μετά από έξι (6) μήνες συνεχούς υποβολής του σε φυσικοθεραπείες για την καλυτέρευση της κινητικότητάς του, η κατάστασή του εξακολουθούσε να παρουσιάζει πτωτική πορεία, γι’ αυτό και η οικογένειά του έλαβε την απόφαση στις (…), σε μια απέλπιδα προσπάθεια να βελτιωθεί η υγεία του, να νοσηλευτεί στο (…) στο (…) βλ. και την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από (…) ιατρική βεβαίωση του οικογενειακού ιατρού – ειδικής γενικής ιατρικής (…) όπου αναφέρεται επί λέξει: «…Ο ασθενής δεν είναι σε θέση να κινητοποιείται μόνος του χωρίς συνοδό καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας». Κατά την εισαγωγή του στο πιο πάνω Κέντρο Αποκατάστασης, διαπιστώθηκε από τους εκεί θεράποντες ιατρούς ότι ο ανωτέρω είχε υποστεί αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, το οποίο ήταν ισχαιμικό (ΑΕΕ Ισχαιμικό) με (ΔΕ) ημιπάρεση (βλ. την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από (…) ιατρική βεβαίωση του ιατρού αποκατάστασης – φυσιάτρου του …).

Στο πιο πάνω Νοσηλευτικό Ίδρυμα, ο (…) παρέμεινε νοσηλευόμενος από τις (…) έως τις (…). Ωστόσο, παρά την εκεί παρεχόμενη φροντίδα και περίθαλψη, η κατάστασή του επιδεινώθηκε σε τέτοιο σημείο, του ώστε να μην έχει καμία επαφή με το περιβάλλον και να αντιδρά μόνο στα επώδυνα από την (…), καθόσον μετά από μια σειρά μικροεγκεφαλικών επεισοδίων, είχε υποστεί ένα σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο, και γι’ αυτό κρίθηκε επιβεβλημένη η εσπευσμένη διακομιδή του στο Γενικό Νοσοκομείο (…) προς περαιτέρω νοσηλεία (βλ. το προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως από (…) διακομιστήριο του (…) Κέντρου και το από (…) εξιτήριο νοσηλείας ασθενούς από το ανωτέρω Κέντρο όπου αναφέρεται ότι νοσηλεύθηκε από (…) έως (…) και εξήλθε με διάγνωση εγκεφαλικού εμφράγματος).

Από τους θεράποντες ιατρούς του στο Γενικό Νοσοκομείο (…) διαπιστώθηκε η δύσπνοια που παρουσίαζε λόγω της πνευμονικής εμβολής του θρόμβου από το εγκεφαλικό, και η πτώση του επιπέδου συνείδησης. Παρά τις επίμονες προσπάθειες των ιατρών να τον επαναφέρουν, ο (…) παρέμενε σε κωματώδη και εμπύρετο κατάσταση και μετά από δύο (2) ημέρες νοσηλείας στο πιο πάνω Νοσοκομείο, επήλθε ο θάνατός του στις (…) (βλ. α. το από (…) φύλλο ασθενούς και την κάρτα νοσηλείας του τότε ασθενούς (…) και β. το από (…) ιατρικό πιστοποιητικό θανάτου του που προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως).

Ενόψει των όσων αναφέρθηκαν, ο θάνατος του εν λόγω παθόντος οφείλεται στο ατύχημα και συνδέεται αιτιωδώς με αυτό. Η κρίση αυτή επιρρωνύεται αποδεικτικά ιδίως από την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως εμπεριστατωμένη από (…) ιατρική γνωμάτευση του γενικού οικογενειακού ιατρού του θανόντος (…) ο οποίος με πειστικότητα κατέθεσε σχετικά με την αιτία θανάτου του (…) και ενώπιον του ακροατηρίου του παρόντος Δικαστηρίου (βλ. τα πρακτικά της δίκης – την ένορκη κατάθεσή του).

Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν. 3418/2005 «Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας» Ιατρικά πιστοποιητικά και ιατρικές γνωματεύσεις όπως αυτό τροποποιήθηκε με την παρ. 2 άρθρο 6 Ν. 3627/2007,ΦΕΚ A 292/24.12.2007: 1. Τα ιατρικά πιστοποιητικά και οι ιατρικές γνωματεύσεις, καθώς και οι ιατρικές συνταγές που εκδίδονται κατά τους νόμιμους τύπους, έχουν το ίδιο κύρος και την ίδια νομική ισχύ ως προς τις νόμιμες χρήσεις και ενώπιον όλων των αρχών και υπηρεσιών, ανεξάρτητα από το αν εκδίδονται από ιατρούς που υπηρετούν σε Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ. ή ιδιώτες ιατρούς. Εν προκειμένω η πιο πάνω ιατρική γνωμάτευση του ιδιώτη ιατρού που πιστοποιεί την αιτία θανάτου του προσφιλούς συγγενούς των εναγόντων, εφόσον έχει το ίδιο κύρος και την ίδια νομική ισχύ με ιατρικό πιστοποιητικό εκδοθέν από δημόσιο νοσηλευτικό ίδρυμα και ιατρό που υπηρετεί στο Δημόσιο Τομέα, αρκεί για να σχηματίσει το παρόν Δικαστήριο, σε συνδυασμό με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, πλήρη δικανική πεποίθηση αναφορικά με την αιτία θανάτου του (…) (βλ. για παρόμοια αιτιολογία την ΜονΠρωτΑΘ2098/2019 στην ΤΝΠ του ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»), Η συνταχθείσα λοιπόν από (…) ιατρική γνωμάτευση του γενικού οικογενειακού ιατρού έχει ως εξής: «Ο (…) διαγνώστηκε με ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, συμβατό με αποτέλεσμα αιματώματος και θλάσης εγκεφάλου (υπαραχνοειδής αιμορραγία, αιμορραγία των μηνίγγων και ρήξη εγκεφαλικής αρτηριοφλεβώδους δυσπλασίας) μετά από τροχαίο ατύχημα που είχε στις (…). Εκ του εγκεφαλικού τραυματισμού από το ατύχημα, ο ασθενής δεν ηδύνατο να κινηθεί, και η κατάστασή του επιχειρήθηκε να αντιμετωπιστεί με φυσικοθεραπείες, αφού τέτοιου είδους ασθενείς σε ακινησία, παρουσιάζουν θρομβώσεις απειλητικές για την υγεία τους και την ζωή τους. Νοσηλεύτηκε στο Νοσοκομείο (…), στο (…) Γενικό Νοσοκομείο (…) και στο (…) στο (…). Δεν είχε καλή στατική ισορροπία, δεν ορθοστατούσε, ούτε μπορούσε να μετακινηθεί χωρίς βοήθεια. Η εντοπιζόμενη ημιπάρεση στα άκρα του, δεν οφειλόταν σε μυϊκούς τραυματισμούς, αλλά σε νευρολογική βλάβη του εγκεφάλου, εκ της νέκρωσης τμημάτων του, λόγω της αρχικής εγκεφαλικής αιμορραγίας και των μετέπειτα ισχαιμικών εγκεφαλικών που έλαβαν χώρα εξ αιτίας του τροχαίου ατυχήματος στις (…), κατάσταση που εξηγεί την σχεδόν ανύπαρκτη βελτίωση της καταστάσεώς του, παρόλες τις θεραπευτικές πρακτικές που εφαρμόστηκαν στην περίπτωσή του. Στις (…), ο ασθενής έχασε την επαφή με το περιβάλλον (αιφνίδια πτώση επιπέδου συνείδησης), λόγω εγκεφαλικού εμφράγματος, ενώ στη συνέχεια, παρουσίασε δύσπνοια έως ότου διακομιστεί στο Γενικό Νοσοκομείο (…). Η παραπάνω κλινική εικόνα του ήταν συμβατή με πνευμονική εμβολή λόγω της κυκλοφορίας του θρόμβου που προκάλεσε το εγκεφαλικό επεισόδιο, που προκλήθηκε κατά τα ως άνω, και την εγκατάστασή του στους πνεύμονες. Η πνευμονική αυτή εμβολή, οδήγησε και στον θάνατό του, με τις μετέπειτα επιπλοκές που προκάλεσε. Συμπέρασμα: Το τροχαία ατύχημα που είχε ο (…), στις (…), οδήγησε κατά τα ως άνω στο θάνατό του».

Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι η πλευρά των εναγόμενων αρνείται ότι ο θάνατος του εν λόγω παθόντος συνδέεται αιτιωδώς με τον ένδικο τραυματισμό του συνεπεία του τροχαίου ατυχήματος. Ωστόσο, ακόμα και αν ο τελευταίος αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας λόγω του προκεχωρημένου της ηλικίας του, πράγμα που ωστόσο δεν αποδείχθηκε, και έστω ότι εγκεφαλικές βλάβες λόγω αθηρωματοσκλήρυνσης προϋπήρχαν του ατυχήματος, δε σημαίνει ότι αυτές (βλάβες) δεν επιτάθηκαν μετά το ατύχημα ώστε να αποκλεισθεί παντελώς η αιτιώδης συνάφεια με αυτό και τούτο διότι: Αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει, όταν η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του δράστη ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (βλ. ΑΠ 146/2018, ΑΠ 632/2018, ΑΠ 2081/2017, ΑΠ 1756/2017, ΑΠ 1754/2017, ΑΠ 1727/2017, ΑΠ 1652/2017 στη ΝΟΜΟΣ). Η πρόσφορη αιτιώδης συνάφεια με την παραπάνω έννοια, δεν αποκλείεται για το λόγο ότι στην επέλευση ή την έκταση της ζημίας συντέλεσε και ειδική προδιάθεση του ίδιου του παθόντος, ενώ δεν αίρεται η πρόσφορη αιτιώδης συνάφεια, όταν μετά την επέλευση του επιβλαβούς αποτελέσματος επέρχεται άλλο γεγονός, το οποίο επιτείνει το αποτέλεσμα που είχε επέλθει, εφόσον στην επίταση αυτού συνέτεινε η κατάσταση στην οποία βρισκόταν το βλαπτόμενο πρόσωπο εξ αιτίας του προηγούμενου γεγονότος (βλ. ΑΠ 128/2017, ΑΠ 129/2017, ΑΠ 1257/2001, ΕφΔωδ 71/2004 στη ΝΟΜΟΣ) και ως εκ τούτο ο σχετικός αρνητικός της αγωγής ισχυρισμός τους πρέπει να απορριφθεί.

Υπό τα πλήρως ως άνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, υπεύθυνη του ενδίκου ατυχήματος και των εξ αυτού αποτελεσμάτων τυγχάνει η αποβιώσασα στο Νοσοκομείο (…) «……………» στις (…) σε ηλικία (…) ετών και κληρονομηθείσα εξ’ αδιαθέτου από τις τρεις θυγατέρες της (τρεις πρώτες των εναγομένων), (…), η οποία οδηγώντας υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, δίχως να κατέχει νόμιμη άδεια ικανότητας οδηγήσεως, οδηγούσε το με αριθμό πινακίδας (…) ανασφάλιστο, άνευ ανανεωμένης άδειας κυκλοφορίας για το (…) έτος, και άνευ λειτουργίας των μπροστινών φώτων λόγω βλάβης, δίκυκλο όχημα, φερόμενο τυπικά ως ιδιοκτησίας της (…) η οποία είχε αποξενωθεί από τη νομή του λόγω πώλησης, όπως θα αναφερθεί ειδικότερα παρακάτω, και κινούμενη επί της πολυσύχναστης παραλιακής οδού (…) του δήμου (…), δεν κατέβαλε την επιμέλεια και προσοχή που κάθε μέση συνετή οδηγός θα κατέβαλε υπό ανάλογες περιστάσεις. Ειδικότερα, δεν επέδειξε την επιμέλεια και προσοχή της μέσης συνετής οδηγού, έχοντας διαρκώς τεταμένη την προσοχή της στην οδήγηση του οχήματος της (άρθρο 12 παρ. 1 του ΚΟΚ), ρυθμίζοντας την ταχύτητά της ανάλογα κάθε φορά με τις επικρατούσες συνθήκες της οδού, ιδίως στην πολυσύχναστη τουριστική περιοχή του δήμου (…) με αυξημένη κίνηση πεζών και οχημάτων πολλώ δε μάλλον κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, αντιθέτως, καίτοι στο σημείο υφίσταται ενδεικτική ρυθμιστική της κυκλοφορίας πινακίδα Ρ-32 που ορίζει όριο ταχύτητας στην παραλιακή ζώνη του (…) τα 30 χιλιόμετρα ανά ώρα, η εν λόγω οδηγός εντελώς απερίσκεπτα, κατά την οδήγηση είχε αναπτύξει μεγαλύτερη για τις περιστάσεις ταχύτητα περί τα πενήντα (50,00) χιλιόμετρα ανά ώρα, χωρίς καν να βεβαιωθεί ότι μπορεί να προβεί στην ενέργειά της αυτή χωρίς κίνδυνο για τους λοιπούς χρήστες της οδού και τους βαίνοντες επί του πεζοδρομίου αυτής, ειδικότερα για αυτούς που κινούνται έμπροσθεν της (κατά παράβαση του άρθρου 21 παρ. 1 του ΚΟΚ), και να σταματήσει εγκαίρως προ οιουδήποτε εμποδίου δύναται να προβλεφθεί (έμπροσθεν της), ενόψει μάλιστα του ότι εκινείτο σε πολυσύχναστη οδό, με ειδικές κυκλοφοριακές συνθήκες (συχνή κίνηση πεζών και οχημάτων). Η αμελής αυτή συμπεριφορά της και η εν γένει κατάστασή της (χρήστης ναρκωτικών ουσιών) που συνεπαγόταν μειωμένα αντανακλαστικά ως οδηγός, είχε ως αποτέλεσμα, όταν έφτασε στον αριθμό (…) της ανωτέρω οδού, κατευθυνόμενη προς (…), να απωλέσει από αδέξιο χειρισμό της προς τα δεξιά, πιθανόν για να αποφύγει κάποιο εμπόδιο, τον έλεγχο του οχήματος της, και αυτό να καταλήξει ακυβέρνητο στο πεζοδρόμιο του αντίθετου ρεύματος πορείας από αυτό που εκινείτο, ήτοι σε αυτό με κατεύθυνση προς (…) επί του οποίου έκανε τον καθιερωμένο περίπατο αναψυχής ο (…) με τη σύζυγό του, και να προσκρούσει με δύναμη στο σώμα του, με περαιτέρω δυσμενή συνέπεια τον σοβαρό τραυματισμό του ανωτέρω πεζού ιδίως στην κεφαλή, λόγω της πρόσκρουσης του μοτοποδηλάτου στο σώμα του και της επακόλουθης πτώσης του με σφοδρότητα στο οδόστρωμα της οδού (…) και δη υπέστη κρανιοεγκεφαλική κάκωση, υπαραχνοειδή αιμορραγία, αιμορραγία των μηνίγγων, καθώς και ρήξη εγκεφαλικής αρτηριοφλεβώδους δυσπλασίας, εξ αιτίας των οποίων ως μόνης ενεργού αιτίας επήλθε ο θάνατός του μετά από μερικούς μήνες νοσηλείας.

Αντίθετα, από κανένα στοιχείο δεν αποδείχθηκε ότι το εν λόγω ατύχημα οφείλεται σε συγκλίνουσα υπαιτιότητα του εν λόγω πεζού, ο οποίος βάδιζε μαζί με τη σύζυγό του (πρώτη ενάγουσα) επί του πεζοδρομίου της οδού (…) όπως συνήθιζε για λόγους αναψυχής τις βραδινές ώρες της καλοκαιρινής περιόδου, και δεν ηδύνατο σε καμία περίπτωση να προβλέψει την παράνομη κίνηση του ζημιογόνου δίκυκλου οχήματος που έβαινε δίχως να λειτουργούν τα μπροστινά φώτα επί του αντίθετου ρεύματος πορείας (της οδού …….), με κατεύθυνση προς (…). Εξάλλου ο τεχνητός φωτισμός της οδού ήταν ανεπαρκής (λόγω νύκτας), και η ορατότητα περιορισμένη σε μακρινή απόσταση και δεν ηδύνατο να διακρίνει την κίνηση του ανωτέρω οχήματος. Ωσαύτως η κίνηση του ζημιογόνου δίκυκλου μοτοποδηλάτου ήταν τόσο αιφνίδια και απρόβλεπτη που δεν άφηνε κανένα περιθώριο επιτυχούς αποφευκτικής αντιδράσεως από μέρος του (…).

Ας σημειωθεί ότι η προπεριγραφόμενη αμελή συμπεριφορά της ανωτέρω οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου, επισύρει ποινική ευθύνη της, γι’ αυτό και ασκήθηκε σε βάρος της ποινική δίωξη για το αδίκημα της σωματικής βλάβης από αμέλεια όσο ο παθών εκ του ενδίκου ατυχήματος ήταν εν ζωή, και κλήθηκε να δικαστεί ενώπιον του ακροατηρίου του (…) Πλημμελειοδικείου (…) κατά τη δικάσιμο της (…), ότε η υπόθεση αναβλήθηκε λόγω τήρησης ωραρίου από τη γραμματέα της έδρας για τη δικάσιμο της (…) 2020, και ακολούθως αναβλήθηκε για την (…) 2020 οπότε η τότε κατηγορουμένη αιτήθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της για άλλη μια φορά την αναβολή της δίκης, λόγω της ένταξής της σε πρόγραμμα του ΟΚΑΝΑ για την απεξάρτησή της από ναρκωτικές ουσίες με τη μέθοδο της μεθαδόνης, και η υπόθεση αναβλήθηκε για την (…) 2021. Κατά τη δικάσιμο εκείνη το Δικαστήριο έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη σε βάρος της, λόγω του επελθόντος θανάτου της (βλ. α. το κατηγορητήριο και τη σχηματισθείσα δικογραφία ενώπιον του (…) Πλημμελειοδικείου (…) σε βάρος της (…) οδηγού του ζημιογόνου δίκυκλου μοτοποδηλάτου, β. την υπ’ αριθμ. πρωτ.  (…) βεβαίωση του ΟΚΑΝΑ περί συμμετοχής της ανωτέρω σε πρόγραμμα απεξάρτησης από ναρκωτικές ουσίες, μέσω υποκατάστασης με χορήγηση μεθαδόνης, γ. το από . (…) απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης θανάτου της προαναφερόμενης και δ. το από (…) πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών αυτής, που προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως).

Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο αποθανών ήταν ο σύζυγος της πρώτης, ο πατέρας της δεύτερης, της έκτης και του δέκατου, πενθερού της ενδέκατης, και παππούς του τρίτου, τέταρτου, πέμπτης, έβδομης, όγδοου, ένατης, και δωδέκατης εξ αυτών (των εναγόντων) – (βλ το με αριθμό πρωτ. (…) πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του ιδίου ως άνω Δήμου και τα από (…) και (…) πιστοποιητικά οικογενειακής κατάστασης του Δήμου (…) Αττικής που προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως και πιστοποιούν την ανωτέρω συγγενική σχέση των εναγόντων με τον θανάσιμα τραυματισθέντα στο ένδικο ατύχημα …). Κατά το χρόνο του θανάτου του ο τελευταίος διήνυε το (…) έτος της ηλικίας του, και δεν αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα υγείας παρά το προκεχωρημένο της ηλικίας του, συνδεόταν δε μετά στενού δεσμού αγάπης και στοργής με τη σύζυγό του και τις οικογένειες των τέκνων του.

Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι η πρώτη των εναγόντων, σύζυγος του θανόντος, έχοντας αναπτύξει λόγω και του αδιατάραχτου εγγάμου βίου τους και της αποκτήσεως τριών τέκνων με αυτόν, στενό συναισθηματικό δεσμό, υπέστη έντονη ψυχική οδύνη από τον απρόσμενο θανάσιμο τραυματισμό του προσφιλούς συζύγου της, που επήλθε κατά τον προαναφερόμενο τρόπο, συνιστάμενη σε συγκλονιστική θλίψη και πόνο και μεγάλη αναστάτωση στη ζωή της εκ της κορυφαίας γι’ αυτήν απώλειας. Αποδείχθηκε ακόμα, ότι η δεύτερη, έκτη και δέκατος των εναγόντων, τέκνα του θανόντος, υπέστησαν έντονη ψυχική οδύνη από τον απρόσμενο θανάσιμο τραυματισμό του προσφιλούς γονέα τους που επήλθε κατά τον προαναφερόμενο τρόπο, συνιστάμενη σε συγκλονιστική θλίψη και πόνο και μεγάλη αναστάτωση στη ζωή τους εκ της κορυφαίας γι’ αυτούς απώλειας. Ωσαύτως ο θανών συνδεόταν μετά της νύφης του (ενδέκατης των εναγόντων) όσο ζούσε, με αισθήματα βαθιάς εκτιμήσεως και αλληλοσεβασμού, αφοσίωσης και στοργής, έτσι ώστε η τελευταία από τον απροσδόκητο θάνατό του, που επήλθε κατά τον προαναφερόμενο τραγικό τρόπο, να έχει υποστεί συγκλονιστική θλίψη και πόνο. Αποδείχθηκε ακόμα, ότι ο αποβιώσας ήταν στενά συνδεδεμένος με τα εγγόνια του (τρίτο, τέταρτο, πέμπτη, έβδομη, όγδοο, ένατη, και δωδέκατη των εναγόντων), με τα οποία ανέκαθεν είχε ισχυρό και στενό συναισθηματικό δεσμό που είχε αναπτυχθεί από την παιδική τους ηλικία. Ο αδόκητος δε και αιφνίδιος θάνατος αυτού, προκάλεσε στα εγγόνια του ψυχικό άλγος και ταραχή. Για να επέλθει δε κάποια σχετική εξισορρόπηση στη δυσμενή αυτή κατάστασή τους, πρέπει να τους επιδικασθεί εύλογη χρηματική ικανοποίηση. Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη του το είδος της προσβολής που δέχθηκαν, τη διάρκεια και την ένταση της θλίψης τους, την απαιτούμενη για την καταπολέμησή της προσπάθεια ενός εκάστου εξ αυτών, το βαθμό του συναισθηματικού δεσμού τους και το βαθμό συγγένειας που τους συνέδεε με τον θανόντα, την προκεχωρημένη ηλικία του τελευταίου και συνακόλουθα το λιγοστό προσδόκιμο ζωής του, τις ιδιαίτερες παραπάνω συνθήκες του αδικήματος, τη φύση και την έκταση της προσβολής, του βαθμού πταίσματος της υπαιτίου οδηγού του δίκυκλου μοτοποδηλάτου, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των διαδίκων, πλην της εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρίας της οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική (βλ. βλ ΑΠ 433/2008 στη ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1114/2000 ΕλλΔνη 41.1591), και τις εν γένει περιστάσεις, όπως εκτιμώνται με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής (βλ. ΑΠ 195/2008, ΝΟΜΟΣ· ΑΠ 132/2006, Αρμ 2006 [ΝΘ’].757) και γενικά όλα τα κατά νόμο στοιχεία, και ότι σκοπός της χρηματικής ικανοποίησης είναι η “ηθική παρηγοριά και ψυχική ανακούφιση των παθόντων” (ΟλΑΠ 519/1977, ΝοΒ 26/182, ΕφΑΘ 1757/1992, ΕλΔ 34/1489), κρίνει ότι πρέπει να επιδικαστεί ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης το ποσό των 30.000 ευρώ στην πρώτη των εναγόντων, το ποσό των 20.000 ευρώ στη δεύτερη, την έκτη και τον δέκατο εξ αυτών (των εναγόντων), το ποσό των 8.000 ευρώ στην ενδέκατη ενάγουσα, και το ποσό των 10.000 ευρώ στον τρίτο, τέταρτο, πέμπτη, έβδομη, όγδοο, ένατη, και δωδέκατη εξ αυτών (των εναγόντων). Τα παραπάνω ποσά, ενόψει των προεκτεθέντων προσδιοριστικών στοιχείων, κρίνονται κατά τη κρίση του Δικαστηρίου, ως εύλογα και δίκαια (άρθρο 932 ΑΚ), δηλαδή ανάλογα με τις ως άνω συγκεκριμένες περιστάσεις της ένδικης περίπτωσης, αλλά και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 §1 του Συντάγματος), όπως η αρχή αυτή, χωρίς να έχει άμεση εφαρμογή στην ένδικη περίπτωση, εξειδικεύεται με την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ για τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης (ΟλΑΠ 6/2009, Αρμ 2009 [ΝΘ’].1162). Σημειώνεται ότι τα ανωτέρω ποσά θα πρέπει να είναι τοκοφόρα με το νόμιμο τόκο υπερημερίας, αφού δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση λόγος επιβολής του τόκου επιδικίας, ένεκα ιδίως της εύλογης αντιδικίας των διαδίκων σχετικά με το μέτρο ευθύνης προς αποζημίωση και περί το ύψος των απαιτήσεων, δεκτού γενομένου του σχετικού αιτήματος της τέταρτης και πέμπτου των εναγομένων.

Αναφορικά με την ευθύνη των εναγομένων για αποζημίωση ένεκα του ενδίκου ατυχήματος λεκτέα τα εξής: Το άρθρο 591 ΚΠολΔ δεν περιλαμβάνει ειδική πρόβλεψη για την ερημοδικία στις ειδικές διαδικασίες, ωστόσο εφαρμόζονται, ελλείψει ειδικής πρόβλεψης, όσα ισχύουν επί της τακτικής διαδικασίας, ήτοι οι γενικές διατάξεις των άρθρων 271 και 272 ΚΠολΔ. Συνεπώς, είτε η αγωγή του ερημοδικούντος ενάγοντος απορρίπτεται ως ουσία αβάσιμη (άρθρο 272§1 και 2 ΚΠολΔ), είτε οι ισχυρισμοί του ερημοδικασθέντος εναγομένου, χωρίς διεξαγωγή αποδείξεων, θεωρούνται αμέσως ομολογημένοι (άρθρο 271 §3 ΚΠολΔ). Εξαίρεση προβλέπεται μόνο για τις οικογενειακές διαφορές στο σύνολό τους (595 ΚΠολΔ), όπου προέχει η αρχή της αναζήτησης της ουσιαστικής αλήθειας και από τις περιουσιακές διαφορές μόνο για τις εργατικές (621 §2β ΚΠολΔ), όπου η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι. Το σύστημα της πλασματικής παραστάσεως του ερημοδικούντος διαδίκου ισχύει και στις διατάξεις των μικροδιαφορών (άρθρο 469§1 εδ. β ΚΠολΔ). Το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως το νόμιμο και εμπρόθεσμο της επιδόσεως, όταν ο εναγόμενος δεν έχει λάβει κανονικά μέρος στη δίκη, σύμφωνα με το άρθρο 271 §1 ΚΠολΔ. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 271 §2β ΚΠολΔ, η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη, αν η επίδοση της αγωγής και της κλήσεως προς συζήτηση δεν γίνει νομότυπα και εμπρόθεσμα, εκτός αν επέλθει μεταγενέστερα θεραπεία των ελαττωμάτων με την αδιαμαρτύρητη παρουσία των διαδίκων που κλητεύονται κατ’ άρθρο 159 αρ.3 ΚΠολΔ, σε αντίθεση με την τακτική διαδικασία που θεωρείται η αγωγή ως μη ασκηθείσα. Στην «μη κανονική παράσταση» περιλαμβάνεται τόσο η περίπτωση της μη καταθέσεως προτάσεων, που είναι υποχρεωτική πλέον σε όλες τις ειδικές διαδικασίες στον πρώτο βαθμό (591§1 εδ. γ ΚΠολΔ) όσο και η μη εκπροσώπηση του διαδίκου με δικηγόρο, που κατέστη υποχρεωτική ακόμη και ενώπιον του Ειρηνοδικείου και για διαφορές άνω των 5.000 ευρώ (όχι όμως και για τις μικροδιαφορές). Περιλαμβάνει επίσης και την περίπτωση μη καταβολής του δικαστικού ενσήμου καθώς και της μη προκαταβολής των εξόδων και τελών του ενάγοντος σε δίκη διατροφής (173§4 ΚΠολΔ).

Στην προκειμένη περίπτωση, από τις υπ’ αριθμ. (…) και (…) εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου (…) με έδρα το Πρωτοδικείο (…), που προσκομίζουν και επικαλούνται οι ενάγοντες, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο της (…) επιδόθηκε νομοτύπως στις τρεις πρώτες των εναγομένων. Ωστόσο, κατά την εκφώνηση της υποθέσεως στη σειρά του οικείου πινακίου, οι τρεις πρώτες εναγόμενες δεν εμφανίσθηκαν και δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον αυτές ερημοδικούν (άρθρο 271 παρ. 1 και 2 εδ.α’ ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του ν.4335/2015) κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, τεκμαίρεται σύμφωνα με το άρθρο 271 παρ. 3 ΚΠολΔ όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του ν.4335/2015, ότι ομολογούν όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς των εναγόντων, αφού η παραπάνω διάταξη όπως τροποποιήθηκε εφαρμόζεται και στην παρούσα περίπτωση (βλ. και άρθρο 591 ΚΠολΔ) και εξάλλου, δεν υπάρχει ένσταση που να ερευνάται αυτεπαγγέλτως και για τα πραγματικά περιστατικά της αγωγής επιτρέπεται ομολογία.

Αναφορικά με την τέταρτη των εναγόμενων (…) όπως το όνομά της παραδεκτά διορθώθηκε με σχετική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της ενώπιον του ακροατηρίου και ακολούθως με τις έγγραφες προτάσεις (άρθρα 223 και 224 ΚΠολΔ) η οποία φέρεται τυπικά ως ιδιοκτήτρια του ζημιογόνου δίκυκλου μοτοποδηλάτου, πρέπει να αναφερθούν τα ακόλουθα: Σύμφωνα με τις διατάξεις του νδ. 1146/1972 και του ν. 722/1977 που ισχύουν παράλληλα, κάθε συμφωνία περί μεταβιβάσεως της κυριότητας επί αυτοκινήτου οχήματος ή μοτοσικλέτας, κάθε κατηγορίας και χρήσης, ολοκλήρου ή ιδανικού μεριδίου, καταχωρίζεται στο βιβλιάριο μεταβολών του οχήματος και η εγγραφή αυτή αποτελεί τη μοναδική απόδειξη κτήσεως κυριότητας, η τήρηση δε του τύπου αυτού αποτελεί συστατικό στοιχείο για το κύρος της δικαιοπραξίας. Σημειώνεται δε ότι η τήρηση του συστατικού αυτού τύπου απαιτείται μόνο για την εμπράγματη δικαιοπραξία της μεταβίβασης και όχι για την υποσχετική της πωλήσεως ή το προσύμφωνο, οι οποίες καταρτίζονται και ατύπως. (βλ. ΑΠ 1332/2017, ΕφΑΘ 64/1997, ΕιρΠειρ 9/2015 στη ΝΟΜΟΣ με εκεί παραπομπές σε ΑΠ 161/85 ΝοΒ 33.1705, 1311/84 ΝοΒ 33.996, ΕφΑΘ 3183/90 Δνη 31.1506, 859/87 Δνη 28. 1457, Απ. Γεωργιάδη ΕμπρΔίκ, εκδ. 1991, τ. I, σελ. 478 και 479, αρ. 23 – 25.

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. ΓΠΝ-1911 «Δια πάσαν υπό του αυτοκινήτου κατά την λειτουργίαν του ζημίαν προς τρίτους ενέχεται εις αποζημιώσεις ο δε οδηγός και ο κατά το άρθρ. 2 κάτοχος, ο δε ιδιοκτήτης εν η περιπτώσει είναι τοιούτος άλλος ή ο κάτοχος ενέχεται μόνον μέχρι της αξίας του αυτοκινήτου, το οποίον παραχωρών εις το ζημιωθέν πρόσωπον, δύναται κατά την κρίσιν του δικαστηρίου να απαλλαχθή κατά πάσης άλλης αποζημιώσεως. Πλειόνων κατόχων ή ιδιοκτητών του αυτοκινήτου ή ευθύνη κανονίζεται κατά το άρθρ. 9 του παρόντος Νόμου».

Εντεύθεν, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη θεσπίζεται η αντικειμενική ευθύνη (ευθύνη από διακινδύνευση) του ιδιοκτήτη και κατόχου του αυτοκινήτου, έστω και εάν δεν μπορεί να του αποδοθεί πταίσμα για το τροχαίο ατύχημα. Δικαιολογητικός λόγος της ανωτέρω αντικειμενικής ευθύνης είναι η διαπίστωση ότι ορισμένο πρόσωπο κυκλοφορίας, διαδικασία, η οποία, για λόγους που αφορούν το πρόσωπο του νέου πιο πάνω κατόχου του οχήματος, δεν ολοκληρώθηκε (βλ. την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από (…) υπεύθυνη δήλωση του Ν. 1599/1986 με θεωρημένο στα ΚΕΠ το γνήσιο της υπογραφής της (…) προς τον (…), όπου δηλώνει την πώληση προς αυτόν του με αριθμό κυκλοφορίας (…) δίκυκλου μοτοποδηλάτου). Στη συνέχεια, στις (…) το ανωτέρω όχημα οδηγούμενο από την πιο πάνω αναφερόμενη (…) ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα στο (…) για το οποίο όμως η τέταρτη εναγόμενη σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην μείζονα σκέψη της παρούσας, έχοντας αποκόψει ήδη από την (…) (ημερομηνία πώλησης και παράδοσης της νομής του οχήματος) σαφώς, οριστικώς και αμετακλήτως κάθε σύνδεσμο με το ζημιογόνο όχημα δεν ευθύνεται ούτε αντικειμενικώς (βλ. και το προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως με αριθμό πρωτοκόλλου (…) αντίγραφο του βιβλίου συμβάντων του Α.Τ. (…) από το οποίο προκύπτει ότι η τέταρτη εναγόμενη υπέβαλε μήνυση ενώπιον του Α.Τ. (…) κατά του (…), καθόσον αυτός δεν είχε προβεί στη σχετική τυπική μεταβίβαση του με αριθμό πινακίδας (…) δίκυκλου οχήματος στο όνομά του σύμφωνα με τη συμφωνία τους, και επιπλέον το είχε παραχωρήσει στη (…) να το κυκλοφορεί η οποία ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα, παρόλο που εμφαινόταν ακόμα ως δική της ιδιοκτησία, δίχως η ίδια να το γνωρίζει).

Ακολούθως, η ευθύνη προς αποζημίωση ένεκα του τροχαίου ατυχήματος του πέμπτου των εναγομένων Επικουρικού Κεφαλαίου που παραστάθηκε κανονικά στη δίκη με πληρεξούσια δικηγόρο, ερείδεται στο άρθρο 19 § 1 του Π.Δ. 237/1986 σύμφωνα με το οποίο το Επικουρικό Κεφάλαιο είναι υποχρεωμένο να καταβάλει στα πρόσωπα που ζημιώθηκαν την κατά την §2 του άρθρου αυτού αποζημίωση λόγω θανάτωσης ή σωματικών βλαβών ή υλικών ζημιών από αυτοκινητικά ατυχήματα, μεταξύ άλλων και όταν: …β) Το ατύχημα προήλθε από αυτοκίνητο ως προς το οποίο δεν έχει εκπληρωθεί η κατά το άρθρο 2 υποχρέωση (ανασφάλιστο αυτοκίνητο).

Κατ’ ακολουθίαν όλων των προαναφερομένων, η υπό κρίση υπό στοιχείο Α] κύρια αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη ως προς την τέταρτη των εναγομένων και γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν ως προς το πέμπτο των εναγομένων «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» και ως τις τρεις πρώτες των εναγομένων λόγω του τεκμηρίου ερημοδικίας (άρθρο 271 παρ.3 σε συνδυασμό με άρθρο 352 παρ. 1 και άρθρο συνδέεται με το αυτοκίνητο, ήτοι την πηγή κινδύνου με ορισμένη σχέση αντλώντας άμεσα ή έμμεσα ωφελήματα.

Στην περίπτωση κατά την οποία ιδιοκτήτης οχήματος έχει πωλήσει το αυτοκίνητο του, έχοντας λάβει το αντίστοιχο τίμημα, και έχει παραδώσει την νομή αυτού έχοντας έτσι εκφράσει ρητώς και κατηγορηματικώς στον πραγματικό κόσμο πράξεις οριστικής αποξένωσης από το περιουσιακό του στοιχείο, πλην όμως δεν έχει ολοκληρωθεί το τυπικό στοιχείο της καταχώρησης στο βιβλιάριο μεταβολών του οχήματος, πρέπει να γίνει δεκτό κατά συσταλτική ερμηνεία της προειρημένης διατάξεως ότι διακόπτεται η σχέση του με την πηγή του κινδύνου και συνεπώς δεν ευθύνεται ούτε αντικειμενικά. Η ανωτέρω θέση επικουρείται και από τη δυνατότητα που παρέχεται από την προειρημένη διάταξη στον ιδιοκτήτη του οχήματος, να απαλλαγεί από κάθε ευθύνη παραχωρώντας το αυτοκίνητο στον ζημιωθέντα, δυνατότητα που δεν έχει ο ήδη παραχωρείσας το αυτοκίνητο σε έτερο πρόσωπο. Αυτό θα ήταν ενάντια στην λογική του νομοθέτη, καθώς σε αυτή την περίπτωση, θα προέκυπτε το άτοπο αυτός ο οποίος έχει αποκοπεί από την πηγή του κινδύνου να βρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση από αυτόν που κατά τον χρόνο του τροχαίου συνδέεται με την πηγή του κινδύνου με υφιστάμενο δεσμό. 

Εν προκειμένω από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, προέκυψε ότι η τέταρτη εναγόμενη (…) ήταν κυρία του με αριθμό πινακίδας (…) δίκυκλου μοτοποδηλάτου εργοστασίου κατασκευής (…) τύπου, χρώματος ασημί, με αριθμό πλαισίου (…) και αριθμό κινητήρα (…), όπως φαίνεται στην προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από (…) άδεια κυκλοφορίας του έως το έτος (…). Περαιτέρω, στις (…), δυνάμει του προσκομιζομένου μετ’ επικλήσεως υπ’ αριθμ. (…) ιδιωτικού συμφωνητικού αγοράς, η εν λόγω ιδιοκτήτρια μεταβίβασε το παραπάνω όχημα στον (…) του (…) που διατηρεί κατάστημα εμπορίας μοτοποδηλάτων και συνεργείο επισκευής επί της οδού (…) στο (…) καθόσον συμφώνησαν την αγορά από μέρος της ενάγουσας ενός καινούργιου δίκυκλου οχήματος αγοραίας αξίας (…) €, έναντι του οποίου αυτή κατέβαλε το ποσό των (…) ευρώ ενώ ως αντάλλαγμα για το υπόλοιπο του τιμήματος ύψους (…) ευρώ, παρέδωσε τη νομή του πιο πάνω δίκυκλου οχήματος. Παράλληλα, είχε εξουσιοδοτήσει τον ανωτέρω έμπορο μοτοποδηλάτων να ολοκληρώσει την τυπική διαδικασία της μεταβίβασης και της έκδοσης νέας άδειας κωδικοποιήθηκε από το π.δ. 237/1986 (και τροποποιήθηκε μεταγενέστερα με το π.δ 10/2003 προς προσαρμογή στις διατάξεις της κοινοτικής οδηγίας 2000/26 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και μετέπειτα με το ν.3557/2007), στα δικαιώματα αυτών έναντι των εξ’ αδιαθέτου νομίμων κληρονόμου της αποβιωσάσης υπόχρεου οδηγού του ζημιογόνου οχήματος- παρεμπιπτόντως τριών πρώτων εναγόμενων. Εξάλλου αυτές δεν παραστάθηκαν στην παρούσα δίκη καίτοι κλητεύθηκαν νομίμως στην παρούσα δίκη όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως υπ’ αριθμ. (…) και (…) εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου (…) με έδρα το Πρωτοδικείο (…) που προσκομίζει και επικαλείται το παρεμπιπτόντως ενάγον. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον αυτές ερημοδικούν (άρθρο 271 παρ. 1 και 2 εδ.α’ ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του ν.4335/2015) κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, τεκμαίρεται σύμφωνα με το άρθρο 271 παρ. 3 ΚΠολΔ όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του ν.4335/2015, ότι ομολογούν όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς του παρεμπιπτόντως ενάγοντος, αφού η παραπάνω διάταξη όπως τροποποιήθηκε εφαρμόζεται και στην παρούσα περίπτωση (βλ. και άρθρο 591 ΚΠολΔ) και εξάλλου, δεν υπάρχει ένσταση που να ερευνάται αυτεπαγγέλτως και για τα πραγματικά περιστατικά της αγωγής επιτρέπεται ομολογία. Όσον αφορά όμως την φερόμενη ως υπόχρεη ιδιοκτήτρια – κάτοχο του ως άνω ζημιογόνου δίκυκλου οχήματος (παρεμπιπτόντως τέταρτη εναγόμενη) ισχύουν τα προαναφερόμενα στην οικεία θέση, δηλαδή ότι η (…) έχει απεκδυθεί της κυριότητάς της ήδη από την (…) ημερομηνία πώλησης και παράδοσης της νομής του (οχήματος) και ως εκ τούτου δεν ευθύνεται ως ιδιοκτήτρια αυτού. Συνεπώς αναγνωρίζεται μόνον η υποχρέωση των τριών πρώτων παρεμπιπτόντως εναγόμενων να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστη στο παρεμπιπτόντως ενάγον τα ως άνω ποσά που αυτό (Επικουρικό Κεφάλαιο) θα υποχρεωθεί να καταβάλει στους κυρίως ενάγοντες με την ως άνω κύρια αγωγή, με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα της καταβολής τους μέχρι την εξόφληση, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ενώ ως προς την παρεμπιπτόντως τέταρτη εναγόμενη, η ένδικη παρεμπίπτουσα (αν)αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη.

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη υπό στοιχείο Β] παρεμπίπτουσα (αν)αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη ως προς την παρεμπιπτόντως τέταρτη 591 ΚΠολΔ) και να αναγνωριστεί η υποχρέωση των πιο πάνω εναγόμενων να καταβάλλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος το ποσό των 30.000 ευρώ στην πρώτη των εναγόντων, το ποσό των 20.000 ευρώ στη δεύτερη, την έκτη και τον δέκατο εξ αυτών (των εναγόντων), το ποσό των 8.000 ευρώ στην ενδέκατη ενάγουσα, και το ποσό των 10.000 ευρώ στον τρίτο, τέταρτο, πέμπτη, έβδομη, όγδοο, ένατη, και δωδέκατη εξ αυτών (των εναγόντων), όλα δε τα παραπάνω ποσά, με το νόμιμο τόκο (υπερημερίας) από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Σημειωτέον ότι έχει κριθεί με την ΟλΑΠ 4/2017 στη ΝΟΜΟΣ, ως αντισυνταγματική η σχετική διάταξη του Ν. 4092/2012 που περιορίζει το ποσοστό του επιτοκίου σε 6% αναφορικά με το Επικουρικό Κεφάλαιο, καθόσον έρχεται σε αντίθεση με τα άρθρα 4 παρ. 1 του Συντ. και το άρθρο 14 του ΔΣΑΠΔ, αφού με αυτές αναγνωρίζεται υπέρ του ευνοϊκή μεταχείριση, ενώ τίθεται σε δυσμενέστερη θέση έναντι αυτού ο άλλος διάδικος, καθώς και με το άρθρο 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, δεδομένου ότι με την ανωτέρω ευνοϊκή υπέρ αυτού ρύθμιση επέρχεται βλάβη της περιουσίας του δανειστή του Επικουρικού Κεφαλαίου, ωσαύτως, έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της αναλογικότητας (βλ. ΑΠ 228/2021 στην ΤΝΠ του ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»). Συνεπώς το σχετικό αίτημα του πέμπτου εναγομένου για τυχόν επιδίκαση τόκων με ποσοστό επιτοκίου 6%, πρέπει να απορριφθεί. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των εναγόντων πρέπει να επιβληθούν κατά ένα μέρος σε βάρος των εναγόμενων (πρώτης, δεύτερης, τρίτης και πέμπτου), αφού η αγωγή γίνεται μερικά δεκτή και υπάρχει σχετικό αίτημα (άρθρ. 178, 191 παρ.2 ΚΠολΔ), και κατά τα λοιπά να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των εναγόντων και της τέταρτης των εναγομένων, καθώς η ερμηνεία του κανόνα δικαίου που εφαρμόστηκε ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρ. 179 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

Όσον αφορά τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης (…) παρεμπίπτουσα αγωγή που άσκησε το ΝΠΙΔ με την επωνυμία « ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΣ , ΕΥΘΥΝΗΣ ΕΞ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ», σε βάρος των νομίμων κληρονόμων της υπαιτίου οδηγού του ζημιογόνου δίκυκλου οχήματος και της ιδιοκτήτριας αυτού, αποδείχθηκε ότι το εν λόγω όχημα δεν ήταν ασφαλισμένο κατά την κυκλοφορία του για τις έναντι τρίτων αστική ευθύνη του κυρίου, κατόχου και οδηγού του. Συνεπώς, το παρεμπιπτόντως ενάγον Επικουρικό Κεφάλαιο, μετά την καταβολή της ανωτέρω αποζημίωσης που επιδικάσθηκε κατά τα ανωτέρω, στους κυρίως ενάγοντες, θα υποκατασταθεί κατ’ άρθρο 19 παρ.4 ν.      489/1976 όπως εναγόμενη, και να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη ως προς τις τρεις πρώτες παρεμπιπτόντως εναγόμενες, αναγνωριζόμενης της υποχρέωσής τους να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστη στο παρεμπιπτόντως ενάγον και πέμπτο των εναγομένων στην κύρια δίκη, οποιοδήποτε ποσό κεφαλαίου, μέχρι το προδιαληφθέν, συνολικώς επιδικασθέν από το παρόν Δικαστήριο στους ενάγοντες της υπό κρίση κύριας αγωγής, ποσό των 168.000 ευρώ, θα καταβάλει το τελευταίο στα δικαιούμενα πρόσωπα – ενάγοντες της κύριας δίκης, με το νόμιμο τόκο από την καταβολή μέχρι την πλήρη εξόφληση. Τέλος, οι τρεις πρώτες παρεμπιπτόντως εναγόμενες πρέπει να καταδικαστούν στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης του παρεμπιπτόντως ενάγοντος λόγω της ήττας τους στη μεταξύ τους δίκη, αφού υπάρχει σχετικό αίτημα, (άρθρο 176 και 180§§1,3 ΚΠολΔ και άρθρο 65 και 66 Κώδικα Δικηγόρων), και κατά τα λοιπά να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ του τελευταίου και της παρεμπιπτόντως τέταρτης των εναγομένων καθώς η ερμηνεία του κανόνα δικαίου που εφαρμόστηκε ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρ. 179 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την ένωση και συνεκδίκαση των αγωγών που αναφέρονται στο σκεπτικό.

ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ επί της από (…) με γενικό αριθμό κατάθεσης (…) και ειδικό αριθμό κατάθεσης (…), αγωγής περί καταψηφίσεως αποζημιώσεως από αυτοκινητικό ατύχημα, ερήμην των τριών πρώτων εναγομένων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ότι κρίθηκε στο σκεπτικό ως απορριπτέο.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή αναφορικά με την τέταρτη εναγόμενη.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των εναγόντων και της τέταρτη εναγομένης.

ΔΕΧΕΤΑΙ ΕΝ ΜΕΡΕΙ αυτήν ως προς τους λοιπούς εναγόμενους.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 30.000 ευρώ στην πρώτη των εναγόντων, το ποσό των 20.000 ευρώ στη δεύτερη, την έκτη και τον δέκατο εξ αυτών (των εναγόντων), το ποσό των 8.000 ευρώ στην ενδέκατη ενάγουσα, και το ποσό των 10.000 ευρώ στον τρίτο, τέταρτο, πέμπτη, έβδομη, όγδοο, ένατη, και δωδέκατη εξ αυτών (των εναγόντων), όλα δε τα παραπάνω ποσά με το νόμιμο τόκο (υπερημερίας) από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ μέρος της δικαστικής δαπάνης των εναγόντων σε βάρος της πρώτης, δεύτερης, τρίτης και πέμπτου των εναγόμενων, την οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων πεντακοσίων (3.500) ευρώ.

ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ επί της από (…) με γενικό αριθμό κατάθεσης (…) και ειδικό αριθμό κατάθεσης (…) ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης σε παρέμβαση-παρεμπίπτουσας (αν)αναγωγής ερήμην των τριών πρώτων εναγομένων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ. 

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ανακοίνωση δίκης και την προσεπίκληση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ τη σωρευθείσα παρεμπίπτουσα αγωγή (εξ αναγωγής) αναφορικά με την τέταρτη παρεμπιπτόντως εναγόμενη.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ του παρεμπιπτόντως ενάγοντος και της τέταρτης παρεμπιπτόντως εναγομένης.

ΔΕΧΕΤΑΙ τη σωρευθείσα παρεμπίπτουσα αγωγή (εξ αναγωγής) ως προς τις λοιπές εναγόμενες.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι οι τρεις πρώτες παρεμπιπτόντως εναγόμενες οφείλουν να καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστη στο παρεμπιπτόντως ενάγον και πέμπτο των εναγομένων στην κύρια δίκη, οποιοδήποτε ποσό κεφαλαίου, μέχρι το προδιαληφθέν, συνολικώς επιδικασθέν από το παρόν Δικαστήριο στους ενάγοντες της κύριας αγωγής ποσό των εκατόν εξήντα οκτώ χιλιάδων (168.000) ευρώ, που το παρεμπιπτόντως ενάγον θα καταβάλει αντιστοίχως στους ενάγοντες της υπό κρίση κύριας αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της εν λόγω καταβολής έως και την πλήρη εξόφληση. 

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα του παρεμπιπτόντως ενάγοντος σε βάρος των τριών πρώτων παρεμπιπτόντως εναγόμενων, τα οποία καθορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων πεντακοσίων (3.500) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 1-3-2024 χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ