ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
Αριθμός Αποφάσεως 2060/2021
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Γεωργία Κιουλέπογλου, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Πρωτοδικείου Αθηνών, και τη Γραμματέα Ευαγγελία Κοτρώτσου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την 4η Νοεμβρίου 2020 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ: (….)
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: (….), κατοίκου (….), οδός (….) αρ. (….) με Α.Φ.Μ. (….) ο οποίος
παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του, (….) (ΑΜ/ΔΣΑ: ….), δυνάμει της από (….) έγγραφης εξουσιοδότησης, ο οποίος προκατέθεσε εμπροθέσμως έγγραφες προτάσεις, προσκόμισε το υπ’ αριθμ. Π (….) Γραμμάτιο Προκαταβολής Εισφορών και Ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, ως έχει δικαίωμα σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 237 § 4 εδ. στ’ ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 § 2 του Ν. 4335/2015).
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ 1) (….) του (….) και της (….) με Α.Δ.Τ. (….) εκδόσεως του Τ.Α Γλυφάδας και Α.Φ.Μ. (….) (Δ.Ο.Υ. ….), 2) (….) του (….) και της (….) με Α.Δ.Τ. (….), εκδόσεως του (….) και Α.Φ.Μ. (….) (Δ.Ο.Υ. ….), αμφοτέρων κατοίκων (….), οδός (….) αρ. (….) (………) και 3 Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «………………………….» ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΑΣ «……………» και το διακριτικό τίτλο «………………… Α.Ε.» εδρεύουσας στο (….) επί της οδού (….), με Α.Φ.Μ. (….) (Δ.Ο.Υ. ………) και Αρ.Γ.Ε.ΜΗ (….) και νομίμως εκπροσωπούμενης, οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, Γεωργίου Γαλάνη (ΑΜ/ΔΣΑ: 37931), δυνάμει των από 05-04-2019 δικαστικών πληρεξουσίων και του από 05-04-2019 πρακτικού συνεδρίασης του Δ.Σ. της ως άνω ανώνυμης εταιρείας, ο οποίος κατέθεσε εμπροθέσμως έγγραφες προτάσεις, προσκόμισε το υπ’ αριθμ. (….) Γραμμάτιο Προκαταβολής Εισφορών και Ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, ως έχει δικαίωμα σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 237 § 4 εδ. στ’ ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 § 2 του Ν. 4335/2015).
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από (….) 2018 αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με Γενικό Αριθμό Καταθέσεως (….) και Ειδικό Αριθμό Καταθέσεως (….) προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, η οποία εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι διάδικοι παραστάθηκαν κατά τον τρόπο που πιο πάνω σημειώνεται.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 914, 928 εδ. β’ 929 εδ. β’ 297 και 298 ΑΚ, σε περίπτωση αδικοπραξίας, αξίωση για αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση (λόγω ηθικής βλάβης) έχει μόνο ο ζημιωθείς αμέσως από την πράξη, όχι δε και ο εμμέσως ζημιωθείς τρίτος (ΟλΑΠ 18/2004 ΤΝΠ NOMOΣ), εκτός αν η συμπεριφορά του αδικοπρακτούντος, αυτοτελώς θεωρούμενη, συνιστά και ως προς τον τρίτο είτε αδικοπραξία είτε αυτοτελή λόγο υποχρέωσης για αποζημίωση. Εξ ετέρου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 18, 22, 22α, 22β του Ν. 2190/1920, όπως αυτά ίσχυαν πριν την κατάργησή τους από το άρθρο 189 του Ν. 4548/2018 (ΦΕΚ Α’ 104/13-06-2018 με έναρξη ισχύος από την 01-01-2019), 31, 32 ΕμπΝ, 68, 714, 297 και 298 ΑΚ προκύπτει, ότι τα μέλη διοικητικού συμβουλίου ανώνυμης εταιρίας ευθύνονται έναντι του νομικού αυτού προσώπου, για τη ζημία που από πταίσμα τους προξένησαν στην εταιρία, η ευθύνη τους δε αυτή υφίσταται και κατά τα άρθρα 914 και 919 ΑΚ, όταν η ζημιογόνος πράξη τους, στρεφόμενη κατά της εταιρίας, αποτελεί και αδικοπραξία, με την έννοια των διατάξεων των εν λόγω άρθρων. Στην περίπτωση αυτή, όταν δηλαδή η ζημιογόνος πράξη που αποτελεί και αδικοπραξία στρέφεται κατά του νομικού προσώπου της εταιρίας, την αξίωση προς αποζημίωση έχει το αμέσως ζημιωθέν νομικό τούτο πρόσωπο της εταιρίας, νομιμοποιούμενο να εγείρει την οικεία αγωγή κατά των μελών της διοίκησης, κατά τους όρους του άρθρου 22β
του Ν. 2190/1920. Οι κατ’ ιδίαν μέτοχοι της ανώνυμης εταιρίας, τυχόν υφιστάμενοι έμμεση ζημία, που μπορεί να συνίσταται στην πτώση της χρηματιστηριακής αξίας των μετοχών ή τη μείωση της εσωτερικής αξίας τους ή τη διανομή μικρότερου μερίσματος, δεν έχουν και αυτοί παράλληλα αξίωση αποζημίωσης για τη ζημία τους αυτή, διότι δεν είναι οι αμέσως από την αδικοπραξία ζημιωθέντες. Αμέσως δε ζημιωθείσα είναι μόνο η ανώνυμη εταιρία, επειδή σε αντίθεση με τις προσωπικές εταιρίες, ουσιώδες στοιχείο για την ίδρυσή της είναι η συγκέντρωση κεφαλαίων. Οι μέτοχοι δεν ευθύνονται προσωπικά για τα χρέη της και για τον λόγο αυτό, η μόνη εξασφάλιση των εταιρικών δανειστών είναι η εταιρική της περιουσία, δεδομένου ότι μόνο αυτή είναι υπέγγυα απέναντι τους. Ο σκοπός δε αυτός εξασφαλίζεται με την αρχή διατήρησης της εταιρικής περιουσίας, που αντιστοιχεί στο μετοχικό κεφάλαιο, υπό την έννοια ότι δεν επιτρέπεται διανομή του στους μετόχους, είτε υπό μορφή επιστροφής εισφορών είτε διαθέσεως κερδών. Η ύπαρξη κερδών στην Α.Ε. εξαρτάται από το εάν το ενεργητικό της υπερβαίνει, εκτός από τα άλλα στοιχεία του παθητικού, και το μετοχικό της κεφάλαιο. Έτσι, διανομή μερισμάτων και τόκων μπορεί να γίνει μόνο στην έκταση που το καθαρό ενεργητικό υπερβαίνει, όχι μόνο το καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο αλλά και τα αποθεματικά, των οποίων η διανομή απαγορεύεται από τον νόμο ή το καταστατικό. Για την εξεύρεση δε του καθαρού κέρδους της Α.Ε. σε κάθε εταιρική χρήση συνυπολογίζεται και η κάλυψη ζημιών από προηγούμενες χρήσεις (άρθρο 45 Ν. 2190/1920). Κατόπιν τούτων, όταν η διαχείριση του διοικητικού συμβουλίου Α.Ε. είναι ζημιογόνα, ζημιώνεται άμεσα η εταιρία και έμμεσα οι μέτοχοι, εφόσον έτσι μειώνεται η πραγματική ή και χρηματιστηριακή αξία των μετοχών τους και το ποσοστό μερίσματος, που τους αναλογεί. Επομένως, από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται ότι δεν δημιουργείται ευθύνη των μελών της διοίκησης έναντι των κατ’ ιδίαν μετόχων και, συνακόλουθα, δεν παρέχεται στους τελευταίους δικαίωμα άσκησης ατομικής αγωγής, για την αποκατάσταση της έμμεσης ζημίας τους, η οποία αποκαθίσταται, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, μόνο μέσω του νομικού προσώπου της εταιρίας, με την έγερση της εταιρικής αγωγής (άρθρο 22β Ν. 2190/1920), που ασκείται, σε κάθε περίπτωση, στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρίας. Με τον τρόπο αυτό, αποκαθίσταται η έμμεση ζημία που υπέστησαν οι μέτοχοι από την κακή διαχείριση της εταιρικής περιουσίας εκ μέρους των μελών της διοίκησης. Επιπλέον, η εν λόγω διάταξη αποσκοπεί στην άσκηση ελέγχου στο διοικητικό συμβούλιο και τίθεται κατά κύριο λόγο για την προστασία της εταιρίας έναντι κακοδιαχείρισης από τα μέλη του Δ.Σ. και η σχετική αγωγή αποσκοπεί στη διασφάλιση της καλής πορείας της εταιρίας και στην προστασία τόσο των μετόχων από την έμμεση ζημία που ενδεχομένως θα υποστούν από την πτώση της αξίας της επένδυσής τους όσο και των δανειστών της εταιρίας και των τρίτων συναλλασσομένων με αυτή, των προσώπων δηλαδή για την προστασία των οποίων έχουν προβλεφθεί διατάξεις αναγκαστικού δικαίου (ΟλΑΠ 5/2015 ΤΝΠ NOMOΣ, ΑΠ 1483/2010 ΔΕΕ 2011.569, ΑΠ 1888/2005 ΔΕΕ 2006.392, ΑΠ 725/2004 ΕλλΔνη 45.1519, ΑΠ 1405/1998 ΔΕΕ 1998.972, ΑΠ 1977/1995 ΕλλΔνη 36.1641, ΑΠ 1074/1995 ΕλλΔνη 36.1642). Ωστόσο, κατά λογική ακολουθία των προεκτεθέντων, οι μέτοχοι έχουν αυτοτελή αξίωση αποζημίωσης κατά των μελών της διοίκησης της εταιρίας, όταν η ζημιογόνος πράξη των τελευταίων, αυτοτελώς θεωρούμενη, συνιστά συγχρόνως και παράνομη επέμβαση στην υπόσταση του μετοχικού δικαιώματος, συνιστά δηλαδή και ως προς τους μετόχους αδικοπραξία, από την οποία απορρέει άμεση και αυτοτελής υποχρέωση προς αποζημίωση (ΑΠ 413/2020, ΑΠ 1298/2006, ΕφΑΘ 4457/2009, ΠΠρΑΘ 4770/2011 ΤΝΠ NOMOΣ). Αυτό συμβαίνει όταν μέλη του Δ.Σ. που έχουν την πλειοψηφία και στο Δ.Σ. και στη Γ.Σ της εταιρίας, με πρόθεση να αποκομίσουν μόνο οι ίδιοι κέρδη από την αναμενόμενη με βεβαιότητα μεγάλη αύξηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων της εταιρίας και να στερήσουν τα κέρδη αυτά από τον άλλο μέτοχο, με μεθοδευμένες και νομιμοφανείς ενέργειες μεταβιβάζουν τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρίας σε άλλη που οι ίδιοι για τον σκοπό αυτό συστήνουν και μετέχουν, αποκλείοντας όμως από τη νέα αυτή εταιρία τον άλλο μέτοχο (ΕφΘεσσαλ 2337/2018 ΤΝΠ NOMOΣ). Αποζημιωτέα στην περίπτωση αυτή αξία των μετοχών δεν είναι η χρηματιστηριακή, αλλά η πραγματική ή εσωτερική τους αξία, η οποία προκύπτει από τη διαίρεση της πραγματικής αξίας της περιουσίας της εταιρίας (ίδια κεφάλαια εμφαινόμενα στον ισολογισμό) με το συνολικό αριθμό των μετοχών, σε δεδομένη χρονική στιγμή (ΑΠ 795/2000 ΕλλΔνη 2001.132).
Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 111 § 2, 118 § 4, 216 ΚΠολΔ, 914, 297 και 298 ΑΚ προκύπτει, ότι στην αγωγή προς αποζημίωση από αδικοπραξία για την πληρότητα του δικογράφου πρέπει να αναφέρονται, α) τα περιστατικά εκείνα που συνιστούν την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του εναγομένου, β) τα γεγονότα που δικαιολογούν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της συμπεριφοράς και της ζημίας που επήλθε στον ενάγοντα και γ) τα στοιχεία εκείνα που προσδιορίζουν την περιουσιακή και τη μη περιουσιακή ζημία του ενάγοντα (ΑΠ 225/2014 ΤΝΠ NOMOΣ). Ειδικότερα, η ως άνω αγωγή, πρέπει να περιέχει την πράξη ή παράλειψη (ανθρώπινη συμπεριφορά) του εναγομένου, το παράνομο αυτής, την υπαιτιότητά του (δόλος ή αμέλεια), τη ζημία που υπέστη ο ενάγων και την αιτιώδη συνάφεια
μεταξύ του νόμιμου λόγου ευθύνης και της ζημίας. Ιδιαίτερα, απαιτείται να αναφέρονται στην αγωγή, εκτός των λοιπών προϋποθέσεων, και τα πραγματικά περιστατικά τα οποία θεμελιώνουν, τόσο το παράνομο της συμπεριφοράς, όσο και την υπαιτιότητα του δράστη, υπό τη μορφή του δόλου ή της αμέλειας, δηλαδή δεν αρκεί απλώς, η επανάληψη στην αγωγή των λέξεων, με τις οποίες δηλώνονται τα στοιχεία του κανόνα δικαίου, αλλά απαιτείται και η αναγραφή εκείνη των πραγματικών περιστατικών με τα οποία διαπιστώνεται η πραγμάτωση των στοιχείων αυτών (ΠΠρΑΘ 1930/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 919 ΑΚ, όποιος με πρόθεση ζημίωσε άλλον κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Με τη διάταξη αυτή, που αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα της διάταξης του άρθρου 914 ΑΚ, ανάγεται σε αυτοτελή αδικοπραξία, που γεννά υποχρέωση προς αποζημίωση, καθώς επίσης και προς καταβολή χρηματικής ικανοποιήσεως, λόγω ηθικής βλάβης, ή κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη συμπεριφορά του υπαιτίου, εφόσον αυτή έγινε με πρόθεση επαγωγής ζημίας. Ως κριτήριο των χρηστών ηθών, η έννοια των οποίων είναι νομική, χρησιμεύουν οι ιδέες του εκάστοτε κατά τη γενική αντίληψη χρηστώς και με φρόνηση σκεπτόμενου μέσου κοινωνικού ανθρώπου (ΟλΑΠ 10/1991 ΝοΒ 1991.1203). Στην περίπτωση που η κρινόμενη συμπεριφορά σχετίζεται με ορισμένη κατηγορία συναλλαγών και συναλλασσομένων, οι αντίστοιχες, στην κατηγορία αυτή των συναλλασσομένων, κρατούσες αντιλήψεις, λαμβάνονται υπόψη, εκτός αν, κατά το κοινό συναίσθημα του πιο πάνω κοινωνικού ανθρώπου, δεν συμβιβάζονται με την κοινωνική ηθική. Προκειμένου να κριθεί, αν στην συγκεκριμένη περίπτωση συμπεριφοράς, υπάρχει αντικειμενική αντίθεση, με την πιο πάνω έννοια, προς τα χρηστά ήθη (την οποία δεν αποκλείει η ύπαρξη σχετικού δικαιώματος ή ευχέρειας) συνεκτιμώνται τα κίνητρα, ο σκοπός του υποκειμένου της συμπεριφοράς, το είδος των μέσων που χρησιμοποιήθηκαν για την επίτευξη του σκοπού, έστω και θεμιτού και όλες οι λοιπές περιστάσεις πραγματώσεως της συμπεριφοράς, θετικής ή αρνητικής. Όσον αφορά στην πρόθεση, δεν απαιτείται ο ζημιώσας να ενήργησε με τον αποκλειστικό σκοπό να βλάψει τον άλλον (άμεσος δόλος), αλλά αρκεί και η περί της επελθούσας ζημίας θέλησή του, ότι δηλαδή προέβλεψε ως ενδεχόμενη την πρόκληση ζημίας από τη συμπεριφορά του και παρόλα αυτά δεν απέσχε από την πράξη ή την παράλειψη, από την οποία επήλθε η ζημία. Η γένεση, εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 919 ΑΚ, υποχρεώσεως για αποζημίωση, προϋποθέτει, σύμφωνα με αυτή την διάταξη, συνδυαζόμενη με εκείνη του άρθρου 298 του ΑΚ, την ύπαρξη μεταξύ της συμπεριφοράς που αντίκειται στα χρηστά ήθη και της ζημίας που τυχόν επήλθε, αντικειμενικού αιτιώδους συνδέσμου, υπό την έννοια, ότι η ως άνω συμπεριφορά, εκτός του ότι αποτέλεσε αναγκαίο όρο της επελεύσεως της ζημίας, ήταν, καθαυτή, και ικανή, υπό τις συντρέχουσες περιστάσεις, στη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να την επιφέρει, ούτως ώστε η ζημία να μπορεί, στη συγκεκριμένη περίπτωση, να αποδοθεί, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, στην αιτιώδη δυναμικότητα της συμπεριφοράς που αντίκειται στα χρηστά ήθη και, αντιστοίχους, η συμπεριφορά αυτή να συνιστά πρόσφορη, επαρκή αιτία της ζημίας (ΑΠ 864/2014 ΤΝΠ NOMOS).
Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή του, ο ενάγων εκθέτει ότι είναι κύριος 66.000 ονομαστικών μετοχών της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………. Α.Β.Ε.Ε» και το διακριτικό τίτλο «……………. Α.Β.Ε.Ε», οι οποίες και αντιστοιχούν σε ποσοστό 10,51% του μετοχικού της κεφαλαίου, το οποίο είναι διαιρεμένο σε (….) μετοχές. Ότι η εν λόγω εταιρεία δραστηριοποιείται στον τομέα της βιοτεχνικής παραγωγής, συσκευασίας, εμπορίας, εισαγωγής, εξαγωγής, μεταποίησης, ανασυσκευασίας, αποθήκευσης και διανομής πρώτων υλών καλλυντικών, καλλυντικών γενικά, πρώτων υλών απορρυπαντικών, απορρυπαντικών γενικά, φαρμακευτικών πρώτων υλών, φαρμάκων, αρωμάτων και άλλων χημικών και χημικοτεχνικών προϊόντων, καθώς επίσης και της αντιπροσώπευσης ημεδαπών και αλλοδαπών εμπορικών οίκων συναφούς σκοπού. Ότι η τρίτη εναγομένη ανώνυμη εταιρεία, της οποίας βασικοί μέτοχοι είναι ο πρώτος και η δεύτερη των εναγομένων, δραστηριοποιείται στον ίδιο εμπορικό τομέα με την ως άνω εταιρεία «………… Α.Β.Ε.Ε» και απέκτησε το έτος (….), τη μετοχική πλειοψηφία αυτής, έχοντας στην κυριότητά της (…) ονομαστικές μετοχές, που αντιστοιχούν σε ποσοστό 85,97% του μετοχικού της κεφαλαίου. Ότι, επίσης, ο πρώτος και η δεύτερη των εναγομένων, ελέγχουν την τρίτη εναγομένη εταιρεία ως βασικοί της μέτοχοι και έχουν, παράλληλα, τις ιδιότητες ο μεν πρώτος του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου, η δε δεύτερη της Αντιπροέδρου του Δ.Σ της εταιρείας «………………… Α.Β.Ε.Ε». Ότι αφού οι εναγόμενοι απέκτησαν τον μετοχικό έλεγχο της τελευταίας αυτή εταιρείας, την χρησιμοποίησαν ως εργαλείο για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του εταιρικού τους ομίλου, παρακάμπτοντας τα δικαιώματα της μειοψηφίας των μετόχων. Ότι χρησιμοποιούσαν τις υποδομές και το προσωπικό της ως άνω εταιρείας για την προώθηση των πωλήσεων της τρίτης εναγομένης, η οποία εμφανιζόταν ως η μητρική εταιρεία, αφού τόσο στην ιστοσελίδα της όσο και στα σχετικά παραστατικά της (τιμολόγια) αναφερόταν και το λογότυπο της εταιρείας «………….. Α.Β.Ε.Ε». Ότι τον Οκτώβριο του έτους 2013 διαπίστωσε ότι η προαναφερόμενη εταιρεία, της οποίας είναι μέτοχος, έπαψε να αγοράζει, μεταπωλεί και να διανέμει προϊόντα οίκων του εξωτερικού, με τους οποίους διατηρούσε μακροχρόνια και διαρκή εμπορική συνεργασία. Ότι, ειδικότερα, διακόπηκε, αιφνιδίως, η συνεργασία που είχε η εταιρεία «… Α.Β.Ε.Ε» με την αλλοδαπή εταιρεία « …………….», βάσει της οποίας η πρώτη προωθούσε στην ελληνική αγορά τα προϊόντα της τελευταίας και συνήφθη αντίστοιχη σύμβαση συνεργασίας της ως άνω αλλοδαπής εταιρείας με την τρίτη εναγόμενη, εν γνώσει των δύο πρώτων εναγομένων, οι οποίοι δεν απέτρεψαν την εξέλιξη αυτή. Ότι οι δύο πρώτοι εναγόμενοι, ως Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος του Δ.Σ της εταιρείας «……………. Α.Β.Ε.Ε» δεν είχαν δικαίωμα να συμπράξουν στην αποξένωση αυτής από την ανωτέρω πηγή εσόδων (εμπορική συνεργασία με αλλοδαπή εταιρεία « ……………… ») και αποδέχθηκαν αυτήν την εξέλιξη, αν δεν συνέπραξαν σε αυτήν, οδηγώντας ουσιαστικά την εταιρεία σε αποξένωση από τον κλάδο της εμπορίας (μεταπώλησης) (….) προϊόντων. Ότι, κατόπιν τούτων, η τρίτη εναγομένη εταιρεία υποκαταστάθηκε, εν τοις πράγμασι, στην εμπορική αυτή δραστηριότητα, με συνέπεια να επέλθει αύξηση του κύκλου εργασιών της και των κερδών της, ενώ η εταιρεία «………. Α.Β.Ε.Ε» εμφάνισε αντίστοιχη πτώση. Ότι, ειδικότερα, η τελευταία εταιρεία στον ισολογισμό της χρήσης του έτους 2014 είχε πτώση του κύκλου εργασιών της (τζίρου) κατά ποσοστό 51,46% και ποσό (….) € και μείωση των κερδών της κατά ποσοστό 81,50% και ποσό (….) €, συγκριτικά με τα αντίστοιχα μεγέθη του έτους 2013, αφού ο κύκλος εργασιών της μειώθηκε από το ποσό των (….) € (2013) στο ποσό των (….) € (2014) και τα καθαρά αποτελέσματά της από το ποσό των (….) € ανήλθαν σε αυτό των (….) € (2014). Ότι, αντιθέτως, η τρίτη εναγομένη, την ίδια χρονική στιγμή παρουσίασε αύξηση του κύκλου εργασιών της και των κερδών της, γεγονός που δεν αποτελεί σύμπτωση αλλά οφείλεται στην απόσπαση του παραπάνω κερδοφόρου τομέα από την εταιρεία « …………. Α.Β.Ε.Ε». Ότι, συνεπεία της ανωτέρω συμπεριφοράς των εναγομένων, υπέστη βλάβη η εν λόγω εταιρεία, στην οποία είναι μέτοχος ο ενάγων, καθώς αυτή αποκόπηκε από μία σταθερή πηγή δημιουργίας μελλοντικού εισοδήματος, χωρίς αντάλλαγμα, με δυσμενείς συνέπειες για τα διανεμόμενα μερίσματα. Ότι, επιπλέον, η προπεριγραφόμενη δόλια συμπεριφορά των εναγόμενων, η οποία προκάλεσε αιτιωδώς οικονομική ζημία στην διοικούμενη από αυτούς ως άνω ανώνυμη εταιρεία, είναι καταχρηστική, αντίκειται στα χρηστά ήθη και στις αρχές της καλής πίστης, παραβιάζει την αρχή απαγόρευσης του ανταγωνισμού και εκφεύγει των ορίων της παρασχεθείσας σε αυτούς εξουσίας διαχείρισης των εταιρικών υποθέσεων. Ότι, επιπροσθέτως, η οικονομική ζημία που υπέστη η ανωτέρω ανώνυμη εταιρεία, έχει ευθεία αντανάκλαση στον ίδιο, ατομικά, διότι η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των εναγομένων είχε ως μοναδικό σκοπό την αποκοπή της μετοχικής μειοψηφίας από τις περιουσιακές ωφέλειες που απέρρεαν από τον μεταφερθέντα εμπορικό κλάδο. Ότι, δυνάμει της από (….) απόφασης της Γ.Σ. της εταιρείας «………………. Α.Β.Ε.Ε» αυξήθηκε το μετοχικό της κεφάλαιο κατά (….) €, με την έκδοση (….) ονομαστικών μετοχών, ονομαστικής αξίας εκάστης (….) €, ενέργεια η οποία έγινε από τους εναγομένους προκειμένου να τον εκτοπίσουν από την εταιρεία, μειώνοντας τη μετοχική του συμμετοχή (από το ποσοστό του 15% σε αυτό του 10,51%), δεδομένου ότι δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να συμμετέχει στην εν λόγω αύξηση. Ότι, επιπλέον, με την από (….) απόφαση της Γ.Σ. της ιδίας ως άνω εταιρείας διενεργήθηκε μείωση του μετοχικού κεφαλαίου για κεφαλαιοποίηση ζημιών και μειώθηκε η ονομαστική αξία κάθε μετοχής της από το ποσό των (….) € στο ποσό των (….) €. Ότι, ακολούθως, η ζημία του δεν πρέπει να υπολογιστεί με βάση τη μείωση των ιδίων κερδών της εταιρείας, ως αυτή εμφανίζεται στους ισολογισμούς της, διότι η μείωση αυτή εξισορροπείται από την ανωτέρω μεθοδευμένη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Ότι, ως εκ τούτου, νομιμοποιείται ενεργητικά να αναζητήσει αποζημίωση λόγω της μείωσης της πραγματικής αξίας των μετοχών του. Μετά ταύτα, ο ενάγων, ισχυριζόμενος ότι υπέστη ηθική βλάβη από την ανωτέρω αδικοπρακτική συμπεριφορά των εναγόμενων και προσβλήθηκε η προσωπικότητά του από τη θλίψη που του προκάλεσε η διατάραξη της συναλλακτικής ζωής του, ζητεί να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να του καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος το συνολικό ποσό των 195.024 €, ήτοι: α) το ποσό των 145.024 € ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της περιουσιακής του ζημίας {δηλαδή: η ζημία του που υπολογίζεται από τον πολλαπλασιασμό της αξίας των ονομαστικών μετοχών του (66.000 μετοχές X 4 € έκαστη = 264.000 €) με το κλάσμα με αριθμητή το ποσοστό των μετοχών του μετά την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου και αριθμητή το ποσοστό του πριν την αύξηση (10,51/15) = 184.976 € του γινομένου αυτού αφαιρουμένου από την πραγματική αξία των μετοχών του (264.000 € – 184.976 € = 79.024 €) + 66.000 € από τη μείωση της ονομαστικής αξίας της μετοχής του κατά 1 €} και β) το ποσό των 50.000 € ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης, νομιμοτόκως από την ημερομηνία εκδήλωσης της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς τους, άλλως από της επιδόσεως της αγωγής. Επικουρικώς δε, σε περίπτωση που κριθεί ότι ο ανωτέρω υπολογισμός της ζημίας του δεν είναι ορθός και ότι αυτή πρέπει να υπολογιστεί με βάση την πραγματική αξία των μετοχών ως συνάρτηση της μειωμένης καθαρής θέσης της εταιρείας κατά τη λήξη της χρήσης του έτους 2015, ο ενάγων ζητεί να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να του καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος το συνολικό ποσό των 152.033,58 €, ήτοι: α) το ποσό των 102.033,38 € (264.000 € η αξία των μετοχών του στο τέλος της χρήσης 2013 – 161.966,62 € η αξία των μετοχών στο τέλος της χρήσης 2015) ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της περιουσιακής του ζημίας και β) το ποσό των 50.000 € ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης, νομιμοτόκως κατά τα ανωτέρω. Επικουρικότερα δε, ο ενάγων ζητεί να διαταχθούν οι εναγόμενοι με προδικαστική απόφαση, κατά τα άρθρα 450 ΚΠολΔ και 902 ΑΚ, να επιδείξουν, τα κάτωθι έγγραφα, που βρίσκονται στην κατοχή τους και από τα οποία θα αποδειχθεί η μεθοδευμένη κατεύθυνση πελατείας και παραγγελιών της εταιρείας «………………. Α.Β.Ε.Ε» προς την τρίτη εναγομένη: α) Το σύνολο των τιμολογίων αμφοτέρων των παραπάνω εταιρειών για το χρονικό διάστημα από το έτος 2013 έως την άσκηση της αγωγής, β) τα αποσπάσματα των εμπορικών βιβλίων αμφοτέρων των ως άνω εταιρειών για το ίδιο χρονικό διάστημα και γ) κάθε έγγραφο από το οποίο να αποδεικνύεται λύση, διάπλαση, μεταβολή ή κατάρτιση συμβατικής σχέσης της εταιρείας «………………. Α.Β.Ε.Ε» και της τρίτης εναγομένης με την πολυεθνική εταιρεία (….) ή συνδεδεμένη με αυτήν εταιρεία. Τέλος, ζητεί να επιβληθούν εις βάρος των εναγομένων τα δικαστικά του έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπο εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία (άρθρα 1,7, 9 εδ. α’ και β’ 10,12,14 § 2, 22, 25 § 2 και 219 § 1 ΚΠολΔ). Ωστόσο, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην ανωτέρω μείζονα σκέψη, η αγωγή με την οποία ζητείται αποζημίωση εκ μέρους του ενάγοντος για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη από την απώλεια κερδών της ανώνυμης εταιρίας στην οποία μετείχε και της μείωσής της ονομαστικής αξίας των μετοχών του, εξαιτίας της ζημιογόνου διαχείρισης των εναγομένων μελών του Δ.Σ και της τρίτης εναγομένης πλειοψηφούσας μετόχου, καθώς και της παραβίασης υποχρέωσης πίστης και της απαγόρευσης ανταγωνισμού εκ μέρους τους, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησής του τόσο κατά το κύριο όσο και κατά το επικουρικό της αίτημα. Ειδικότερα, αμέσως ζημιωθείσα από την περιγραφόμενη στο δικόγραφο αδικοπρακτική συμπεριφορά των δύο πρώτων εναγομένων μελών του Δ.Σ και της τρίτης εναγομένης εταιρίας, ασκούσας μη θεμιτές ανταγωνιστικές πράξεις κατά της ανώνυμης εταιρείας στην οποία μετέχει ο ενάγων. είναι η ανώνυμη εταιρία «……………. Α.Β.Ε.Ε». Η αναφερόμενη στην αγωγή περιουσιακή ζημία, η οποία, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, προκλήθηκε α) από την παραβίαση της υποχρέωσης πίστης των δύο πρώτων εναγομένων στην εταιρία «……………… Α.Β.Ε.Ε» και β) από την αθέμιτη εκμετάλλευση ξένης φήμης, υποδομών και οργάνωσης (παρασιτικός ανταγωνισμός) στην οποία προέβη η τρίτη εναγομένη εταιρία κατά της εταιρείας « …………… Α.Β.Ε.Ε» στην οποία μετέχει ο ενάγων, επήλθε στο νομικό πρόσωπο αυτής της τελευταίας εταιρίας, η περιουσία της οποίας είναι διαφορετική από εκείνη των μετόχων της. Στην έννοια δε της περιουσίας της εν λόγω εταιρίας (αμέσως ζημιωθείσας) περιλαμβάνονται και άυλα αγαθά, όπως η τεχνογνωσία της και η φήμη της. Ο ενάγων, από την πλευρά του, ως μέτοχος της αμέσως ζημιωθείσας εταιρίας, από την περιγραφόμενη, αντίθετη στα χρηστά ήθη (919 ΑΚ) αδικοπρακτική συμπεριφορά των εναγομένων, είναι εμμέσως ζημιωθείς και οι δυσμενείς επιπτώσεις στην περιουσία του αφορούν την πραγματική μείωση της αξίας των μετοχών του, τη μείωση ή και την απώλεια των μερισμάτων, που ενδεχομένως θα ελάμβανε, αν όμως συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 45 Ν. 2190/1920. Η ζημία του αυτή σε καμία περίπτωση δεν καθορίζεται ούτε υπολογίζεται με τον τρόπο που εκτίθεται στην αγωγή, σαν να επρόκειτο για απώλεια κερδών από τη συμμετοχή του σε προσωπική εταιρία. Οποιαδήποτε δε απώλεια της πραγματικής αξίας των μετοχών του ή μερισμάτων μπορεί να αποκατασταθεί μόνο μέσω της εταιρικής αγωγής. Τα πραγματικά δε περιστατικά που εκτίθενται στην υπό κρίση αγωγή και αληθή υποτιθέμενα, δεν μπορούν να υπαχθούν στην περίπτωση προσβολής του πυρήνα του μετοχικού δικαιώματος του ενάγοντος, αυτοτελώς, κατά παράβαση των χρηστών ηθών, ώστε να νομιμοποιείται στην άσκηση ατομικής αγωγής κατά των εναγομένων, τα όσα δε περί του αντιθέτου ισχυρίζεται είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Τούτο θα συνέβαινε, αν οι εναγόμενοι με νομιμοφανείς ενέργειες, όπως αναφέρθηκε στην ανωτέρω νομική σκέψη, μεταβίβαζαν τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρίας στην οποία μετέχει ο ενάγων στην τρίτη εναγομένη εταιρεία, αποκλείοντας τον ίδιο από τη συμμετοχή του σ’ αυτή, ώστε να αποκομίσουν μόνο οι ίδιοι κέρδη, από την αναμενόμενη με βεβαιότητα μεγάλη αύξηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων αυτής (τρίτης εναγομένης) και να στερήσουν τα κέρδη αυτά από τον ενάγοντα. Στην προκειμένη όμως περίπτωση, κατά τα εκτιθέμενα στο δικόγραφο, ουδεμία μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας « ………….. Α.Β.Ε.Ε» δεν έγινε προς την τρίτη εναγομένη, η δε μεταφορά κλάδου από τη μία εταιρεία στην άλλη που αναφέρει ο ενάγων, δεν ισχυρίζεται ότι έγινε με μεταβίβαση ή εκποίηση περιουσιακών στοιχείων. Αντιθέτως, ισχυρίζεται ότι έγινε λύση της σύμβασης συνεργασίας της εταιρείας « …………….. Α.Β.Ε.Ε» με την έτερη αλλοδαπή εταιρεία «…………………», η οποία εν συνεχεία υπέγραψε σύμβαση συνεργασίας με την τρίτη εναγόμενη, δίχως μάλιστα να εκτίθενται στο δικόγραφο οι συνθήκες με τις οποίες λύθηκε η ανωτέρω συνεργασία (π.χ. αν έληξε η διάρκειά της ή αν καταγγέλθηκε και από ποιο συμβαλλόμενο μέρος, αν έκαναν οι εναγόμενοι κάποιες ενέργειες, οι οποίες επέφεραν τη λύση της εν λόγω συνεργασίας και ποιες ήταν αυτές, αν η λύση τα συνεργασίας ζητήθηκε από την αλλοδαπή εταιρεία και για ποιο λόγο κ.λπ.). Τα αναγραφόμενα δε στο δικόγραφο πραγματικά περιστατικά περί του ότι η τρίτη εναγομένη εταιρεία, με την ανοχή των δυο πρώτων εναγομένων, χρησιμοποιούσε το προσωπικό και τις υποδομές της εταιρείας « …………….. Α.Β.Ε.Ε» με αποτέλεσμα να παραβιαστεί, εκ μέρους τους, η υποχρέωση πίστης προς αυτήν, και να ασκήσουν σε βάρος της πράξεις παρασιτικού ανταγωνισμού, εκμεταλλευόμενοι τη φήμη της με σκοπό την περαιτέρω αύξηση των κερδών της τρίτης εναγομένης και την αντίστοιχη μείωση, λόγω του αθέμιτου σε βάρος της ανταγωνισμού, των κερδών που θα αποκόμιζε η ως άνω εταιρία στην οποία μετέχει ο ενάγων, συνιστούν αδικοπρακτική συμπεριφορά εις βάρος του νομικού προσώπου της εταιρείας « ………… Α.Β.Ε.Ε» και δεν συνιστούν, συγχρόνως, και αδικοπραξία κατά του ενάγοντος, θίγουσα παράνομα την υπόσταση του μετοχικού του δικαιώματος (ΕφΘεσσαλ 2337/2018 όπ.π.). Εξάλλου, ο ίδιος ο ενάγων στο δικόγραφο της αγωγής του εκθέτει ότι από την περιγραφόμενη συμπεριφορά των εναγομένων υπέστη περιουσιακή ζημία η ως άνω εταιρεία στην οποία μετέχει, η οποία (ζημία) αντανακλάται σε αυτόν και συνεπώς, δεν επέρχεται άμεσα στο πρόσωπό του. Ακολούθως, από τις προπεριγραφόμενες πράξεις παραβίασης της υποχρέωσης πίστης και της απαγόρευσης ανταγωνισμού των εναγομένων, αξίωση αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω επελθούσας βλάβη στη φήμη του, έχει μόνο το νομικό πρόσωπο της εταιρείας « ……………… Α.Β.Ε.Ε», ως άμεσα ζημιωθέν και όχι ο ενάγων, ως μέτοχος αυτής. Περαιτέρω, το αίτημα του ενάγοντος περί επιδείξεως εγγράφων είναι απορριπτέο ως αλυσιτελώς προβαλλόμενο και άνευ αντικειμένου, αφού μετά την απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης δεν εξετάζεται η ουσιαστική της βασιμότητα (ΑΠ 99/2020, ΑΠ 94/2018 ΤΝΠ NOMOΣ). Ακολούθως, η αγωγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον ίδιο πληρεξούσιο δικηγόρο, πρέπει να επιβληθούν στο σύνολό τους, εις βάρος του ενάγοντος, λόγω της ήττας του, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της παρούσας αποφάσεως {άρθρα 176,180 § 3,189 και 191 § 2 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με τα άρθρα 58 §§ 3 και 4, 63 § 1 περ. i ε’ και 68 § 1 του Ν. 4194/2013 (Κώδικα Δικηγόρων)}. Επισημαίνεται δε, ότι τα δικαστικά έξοδα πρέπει να επιμεριστούν κατ’ ίσα μέρη, σε καθένα, ξεχωριστά, δικαιούμενο διάδικο μέρος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 180 § 1 ΚΠολΔ (βλ. και άρθρο 480 ΑΚ), η οποία εφαρμόζεται αναλογικά στην προκείμενη περίπτωση που δεν προβλέπεται από το νόμο, κατά την οποία περισσότεροι διάδικοι νικούν (ΑΠ 831/1980 ΝοΒ 29.85, ΑΠ 1248/1976 ΝοΒ 25.737, ΕφΠειρ 34/2015 ΤΝΠ NOMOS, ΕφΑΘ 1627/2005 ΤΝΠ NOMOS, ΕφΑΘ 9136/2005 ΕλΑΔ/νη 2009/1117 – βλ. και Ορφανίδη σε Κεραμέα- Κονδύλη-Νίκα «Ερμηνεία ΚΠολΔ», Τόμος I, άρθρο 180, αριθμ. 5, σελ. 419- 420).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ εις βάρος του ενάγοντος τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, κατ’ ίσα μέρη, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων εννιακοσίων ευρώ (3.900 €).
Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα την 22/2/2021 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ