Σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο α’ του άρθρου 5 περί Ιατρικών Πιστοποιητικών και Ιατρικών Γνωματεύσεων του Ν. 3418/2005 “Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας”, όπως αυτό τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 6 του Ν. 3627/2007, ΦΕΚ Α 292/24.11.2007: “Τα ιατρικά πιστοποιητικά και οι ιατρικές γνωματεύσεις, καθώς και οι ιατρικές συνταγές που εκδίδονται κατά τους νόμιμους τύπους, έχουν το ίδιο κύρος και την ίδια νομική ισχύ ως προς τις νόμιμες χρήσεις και ενώπιον όλων των αρχών και υπηρεσιών, ανεξάρτητα από το αν εκδίδονται από ιατρούς που υπηρετούν σε Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ. ή ιδιώτες ιατρούς”.
Όπως κρίθηκε και στην υπ. αρ. 502/2024 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, “εν προκειμένω η πιο πάνω ιατρική γνωμάτευση του ιδιώτη ιατρού (…) έχει το ίδιο κύρος και την ίδια νομική ισχύ με ιατρικό πιστοποιητικό εκδοθέν από δημόσιο νοσηλευτικό ίδρυμα και ιατρό που υπηρετεί στο Δημόσιο Τομέα, αρκεί για να σχηματίσει το παρόν Δικαστήριο, σε συνδυασμό με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, πλήρη δικανική πεποίθηση αναφορικά με (…)”.
Πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί το αυτονόητο, ότι δηλαδή “τα εκδιδόμενα πιστοποιητικά και οι εκδιδόμενες γνωματεύσεις αφορούν αποκλειστικά στο γνωστικό αντικείμενο της ειδικότητας κάθε ιατρού”, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 εδάφιο β’ του Ν. 3418/2005.