Όπως αναφέρεται και στην διάταξη του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών με αριθμό ΠΡΦ 21-14, επί υποθέσεως που χειρίστηκε το δικηγορικό μας γραφείο, σύμφωνα με το άρθρο 51 παρ. 2 του ισχύοντος ΚΠΔ, «ο Εισαγγελέας εξετάζει την έγκληση που έλαβε και αν κρίνει ότι αυτή δε στηρίζεται στο νόμο ή είναι προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης την απορρίπτει με διάταξη του, η οποία περιλαμβάνει συνοπτική αιτιολογία και επιδίδεται στον εγκαλούντα».
Κατά την παρ. 3 του ίδιου άρθρου «Αν ενεργήθηκαν προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 παρ.2 ή ένορκη διοικητική εξέταση και ο Εισαγγελέας κρίνει ότι δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την κίνηση της ποινικής δίωξης απορρίπτει την έγκληση με αιτιολογημένη διάταξή του. Όσα αναφέρονται στα άρθρα 43 παράγραφοι 1 και 6, 44, 45, 47, 48, 49 και 50 εφαρμόζονται και ως προς την έγκληση».
Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 52 Κ.Π.Δ, όπως ισχύει «Ο εγκαλών έχει δικαίωμα μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από την επίδοση της διάταξης του εισαγγελέα πλημμελειοδικών σύμφωνα με τις παρ.1 και 2 του προηγουμένου άρθρου να προσφύγει κατά αυτής στον αρμόδιο εισαγγελέα εφετών. Η προσφυγή ασκείται με τον τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 474».
Κατά την παρ.2 του άρθρου 52 Κ.Π.Δ, «Ο προσφεύγων υποχρεούται να καταθέσει παράβολο υπέρ του δημοσίου ποσού διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο πιο πάνω γραμματέας. Σε περίπτωση που υποβλήθηκε μία έγκληση από περισσότερους εγκαλούντες κατατίθεται μόνο ένα παράβολο…. Αν δεν κατατεθεί το παράβολο η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη από τον εισαγγελέα εφετών. Εξαιρούνται από την υποχρέωση κατάθεσης παράβολου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του Ν. 322/2004 (όπως το τελευταίο εδάφιο της παρ.2 προστέθηκε με το άρθρο 7 παρ.7 περ. γ’ του Ν. 4637/2019). Σύμφωνα δε με το ανωτέρω άρθρο δικαιούχοι νομικής βοήθειας είναι οι χαμηλού εισοδήματος πολίτες μέλους κράτους της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Κατά την παρ. 3 του άρθρου 52 Κ.Π.Δ, «Αν ο εισαγγελέας εφετών δεχθεί την προσφυγή, παραγγέλλει είτε τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης αν πρόκειται για κακούργημα ή για πλημμέλημα για το οποίο αυτή είναι υποχρεωτική, εφόσον δεν έχει ήδη διενεργηθεί τέτοια εξέταση είτε την άσκηση ποινικής δίωξης στις λοιπές περιπτώσεις και διατάσσει την επιστροφή του παράβολου στον καταθέσαντα αυτό».
Τέλος σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 589 του ισχύοντος Κ.Π.Δ. «Κατά διατάξεων, που προβλέπονται στις παρ. 2 και 3 του άρθρου 51 του παρόντος κώδικα και έχουν εκδοθεί έως την έναρξη της ισχύος του η προσφυγή ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις του καταργούμενου κώδικα ποινικής δικονομίας», ήτοι εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) μηνών από την έκδοση της διάταξης (άρθ. 48 παλαιού Κ.Π.Δ.)